Πομπήιος ο Μέγας (29 Σεπ. 106 π.Χ. – 28 Σεπ. 48 π.Χ.)

στις

εξώφυλλο: Μαρμάρινη προτομή του Πομπήιου στο Λούβρο, Alphanidon, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons

copyright © μετάφραση – επιμέλεια Χείλων

Ο Γναίος Πομπήιος ή Πομπήιος ο Μέγας γεννήθηκε το 106 π.Χ. στη βόρεια Ιταλική πόλη Πικεντίνη/Picenum. Παρότι δεν αποτελούσαν εγγενή Ρωμαϊκή οικογένεια, οι Πομπήιοι κατείχαν έδρες στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο. Ο πατέρας του, Γναίος Πομπήιος Στράβων, εξελέγη ύπατος το 89 π.Χ. και ήταν καταξιωμένος στρατηγός που υπηρέτησε τη Ρώμη κατά τον Μαρσικό Κοινωνικό Πόλεμο, καθώς και τους εμφύλιους πολέμους του Μάριου και του Σύλλα. Μέχρι την ηλικία των 17 ετών, ο Πομπήιος συμμετείχε ενεργά στις εκστρατείες του πατέρα του και έθεσε τα θεμέλια της στρατιωτικής καριέρας του.

Ο Πομπήιος αναδείχθηκε υπηρετώντας τον Σύλλα στον πρώτο μεγάλο Ρωμαϊκό εμφύλιο πόλεμο, νικώντας τις δυνάμεις του Μάριου στην Αφρική, κερδίζοντας τον τίτλο Μέγας /Magnus. Εμπλεκόμενος για σύντομο χρονικό διάστημα στις αστικές υποθέσεις, αντιλήφθηκε γρήγορα την δύναμη του στρατού στην πολιτική. Μετά τον Σύλλα και παρά το γεγονός ότι δεν είχε εμπειρία ως αξιωματούχος, κατέστειλε στην Ισπανία την εξέγερση του Σερτόριου, απλά με το φόβο των λεγεώνων του. Παρότι ο εν λόγω πόλεμος δεν απέφερε στον Πομπήιο μια ξεκάθαρη νίκη, καθότι ο αντίπαλος στρατός παραδόθηκε μετά τη δολοφονία του Σερτόριου, εκείνος επέστρεψε στη Ρώμη θριαμβευτικά.

Σύγχρονη προτομή του Πομπήιου, που αναστηλώθηκε τον 17ο αιώνα σε βάση από μαύρο μάρμαρο, Vaux-le-Vicomte, Γαλλία Jebulon, Public domain, via Wikimedia Commons

Επιστρέφοντας από την Ισπανία, συνεισέφερε στον νικηφόρο πόλεμο με τον Σπάρτακο, αλλά ξεκίνησε μια επικίνδυνη αντιπαλότητα με τον Μάρκο Λικίνιο Κράσσο, ο οποίος διεξήγαγε το μεγαλύτερο μέρος της επιχείρησης. Για να αποφευχθεί η εμφύλια σύγκρουση, καθώς οι δύο άνδρες διέθεταν ισχυρούς στρατούς, αμφότεροι εκλέχθηκαν ύπατοι για το έτος 70 π.Χ. Κατά την κοινή τους θητεία, συνεργάστηκαν καταργώντας το μεγαλύτερο μέρος των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων του Σύλλα, αλλά κατά τα άλλα είχαν ελάχιστη επαφή μεταξύ τους.

Ανεξάρτητα των ανωτέρω, ο Πομπήιος απολάμβανε σημαντικής εύνοιας μεταξύ λαού και στρατού και παρά τους φόβους για μια νέα στρατιωτική δικτατορία τύπου Σύλλα, καθώς η συγκλητική τάξη δυσπιστούσε έναντι του Πομπήιου, έλαβε πολλές εξουσίες στην καριέρα του. Είτε για λόγους κατευνασμού καθότι ήταν σε θέση να βαδίσει κατά της Ρώμης είτε τιμώντας πραγματικά έναν ικανό στρατηγό, η Σύγκλητος, έστω και απρόθυμα, ανέχτηκε τον Πομπήιο. Τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά την υπατική θητεία του Πομπήιου, τα προβλήματα στα ανατολικά ήταν έντονα. Η πειρατεία και ο παλαιός εχθρός της Ρώμης Μιθριδάτης, συνέχισαν να προκαλούν ανησυχίες και η εκστρατεία του Λεύκιου Λικίνιου Λούκουλλου εναντίον του δεύτερου είχε μικρή επιτυχία. Μέχρι το 67 π.Χ., η Σύγκλητος και ο λαός είχαν κουραστεί και αναλήφθηκαν νέες πρωτοβουλίες αρχικά από τον Aύλο Γαβίνιο/Aulus Gabinius ο οποίος ψήφισε νόμο που ανέθετε τη διοίκηση της Μιθριδατικής εκστρατείας στον Μάνιο Ακίλιο Γλάβριο/Manius Acilius Glabrio. Ο Πομπήιος απέκτησε επίσης πλήρη εξουσία να καταστείλει τους Κιλικιανούς πειρατές που κατέστρεφαν την ναυτιλία σε όλη τη Μεσόγειο. Η διοίκηση του Πομπήιου θα πήγαινε τόσο καλά, ώστε προτού καν αναλάβει καθήκοντα ο Γλάβριος εναντίον του Μιθριδάτη, ένας άλλος τριβούνος, ο Γάιος Μανίλιος/Gaius Manilius πρότεινε νέες αλλαγές.

Το 66 π.Χ., παρά την έντονη αντίθεση του Συγκλητικού Οπτιμάτου, ψηφίστηκε ο Lex Manilia/Νόμος Μανίλιου χορηγώντας απεριόριστη εξουσία στον Πομπήιο στα ανατολικά εδάφη. Κατά ειρωνικό τρόπο, η ρητορική του ισόβιου Δημοκρατικού συγκλητικού Μάρκου Τύλλιου Κικέρωνα, ήταν ο λόγος που ψηφίστηκε η πρόταση.

Πόλεμος με Σερτώριο

Ο Κόιντος Σερτώριος, ο τελευταίος επιζών της φατρίας ΚίνναΜαριανού (κύριοι αντίπαλοι του Σύλλα κατά τη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων του 88-80 π.Χ.), διεξήγαγε ανταρτοπόλεμο εναντίον των αξιωματούχων του καθεστώτος Σύλλα στην Ισπανία. Μπόρεσε να συσπειρώσει τις τοπικές φυλές, ιδιαίτερα τους Λουζιτανούς και τους Κελτίβηρες, σε αυτό που ονομάστηκε Σερτωριανός Πόλεμος (80-72 π.Χ.). Οι ανορθόδοξες τακτικές του Σερτώριου έφθειραν τους αξιωματούχους του Σύλλα στην Ισπανία, εκδιώκοντας ακόμη και τον προ-ύπατο Μέτελλο Πίο από την επαρχία του. Ο Πομπήιος, ο οποίος είχε βοηθήσει με επιτυχία τον ύπατο Κάτουλο να καταστείλει την εξέγερση του Μάρκου Αιμίλιου Λέπιδου, ζήτησε να μεταβεί στην Ισπανία για να ενισχύσει τον Μέτελλο, καθότι δεν είχε διαλύσει τις λεγεώνες του αφού συνέθλιψε τους επαναστάτες και παρέμενε σε εγρήγορση κοντά στην πόλη με διάφορες δικαιολογίες, μέχρι που διατάχθηκε από τη Γερουσία να μεταβεί στην Ισπανία μετά από πρόταση του Λεύκιου Φιλίππου. Η προ-συγκλητική εντολή του Πομπήιου ήταν εξωθεσμική, καθώς ο τίτλος προ-συγκλητικός αφορά στην στρατιωτική διοίκηση (αλλά όχι το δημόσιο αξίωμα) του ύπατου. Ο Πομπήιος, ωστόσο, δεν ήταν ύπατος και ουδέποτε είχε δημόσια αξιώματα. Η καριέρα του φαίνεται να εμφορείται από επιθυμία για στρατιωτική δόξα και αδιαφορία για τα παραδοσιακά πολιτικά αξιώματα.

Ο Πομπήιος συνάντησε τον Μέτελλο στην Ισπανία το 76 π.Χ. Εκείνη την περίοδο ο Σερτώριος ήταν ικανότερος στρατηγός αφού από τη στιγμή που ο Πομπήιος διέσχισε τα Πυρηναία, τον παρενοχλούσε και υπερφαλάγγιζε σε κάθε ευκαιρία. Το έτος 76 π.Χ. ήταν καταστροφικό για τους Πομπήιο – Μέτελλο και αναγκάστηκαν να αποσυρθούν.

Ιβηρία, που δείχνει τις Ρωμαϊκές Επαρχίες την εποχή του Σερτώριου.

Οι επόμενες δύο εκστρατείες είχαν την ίδια κατάληξη για τον Πομπήιο. Τόσο αυτός όσο και ο Μέτελλος απωθήθηκαν σε ανοιχτές επιθέσεις, οι πολιορκίες απέτυχαν και παρενοχλούνταν σε κάθε κίνηση από τους Ισπανούς του Σερτώριου. Η φήμη και η δόξα του Σερτώριου μεγάλωναν και μαζί η έπαρσή του. Αυτό και μόνο φαινόταν ότι ήταν το μοναδικό στοιχείο που μπόρεσε να τον σταματήσει, καθώς ο Πομπήιος αποδείχθηκε ανεπαρκής.

Μέχρι το 73 π.Χ., μετά τις συνεχείς επιτυχίες του Σερτώριου και την αυξανόμενη υπεροψία του, η κατάσταση άρχισε να αντιστρέφεται. Ο Σερτώριος ξεκίνησε επαφές με τους Κιλικιανούς Πειρατές, τους επαναστάτες σκλάβους στη Σικελία, ακόμη και με τον Μιθριδάτη, έναν από τους μεγάλους εχθρούς της Ρώμης,. Ο Μάρκος Περπέρνα/Marcus Perperna επικεφαλής λεγάτος του Σερτώριου, μαζί με άλλους υποστηρικτές, άρχισε να ανησυχεί για την τύχη της Ισπανικής επαρχίας.

Ο φθόνος σίγουρα έπαιξε σημαντικό ρόλο, αλλά ο φόβος για την αλλαγή συμπεριφοράς του Σερτώριου είχε σίγουρα αντίκτυπο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, είχε αναπτύξει έναν σχεδόν τυραννικό έλεγχο και οι υποστηρικτές του αισθάνονταν να απειλούνται από τη δύναμή του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να συνωμοτήσουν με επικεφαλής τον Περπέρνα και να δολοφονήσουν τον Σερτώριο κατά τη διάρκεια μιας γιορτής. Ο Περπέρνα ανέλαβε τη διοίκηση των δυνάμεων, αλλά χωρίς το χάρισμα του Σερτώριου η εξέγερση άρχισε να εξασθενεί. Ο Πομπήιος τελικά υλοποίησε την υπόσχεσή του και έβαλε τέλος στον πόλεμο. Ο στρατός του Περπέρνα παρασύρθηκε σε παγίδα και ηττήθηκε ολοκληρωτικά.

Παρά το γεγονός ότι δεν νίκησε τον Σερτώριο, ο Πομπήιος πιστώθηκε τον θρίαμβο για τη νίκη. Μπορεί να μην άξιζε για την απόδοσή του στη μάχη, αλλά απέδειξε ότι ήταν ένας ικανότατος διαχειριστής. Ο Περπέρνα αιχμαλωτίστηκε και αρχικά παρέδωσε στον Πομπήιο έγγραφα που ενέπλεκαν ηγετικά πρόσωπα στη Ρώμη τα οποία συμπαθούσαν ή σχετίζονταν άμεσα με τον Σερτώριο, αλλά ο Πομπήιος, όχι μόνο δεν κοίταξε τα έγγραφα, αλλά σοφά πράττοντας τα κατέστρεψε για να αποτρέψει περαιτέρω κίνδυνο εξέγερσης, ενώ στο ίδιο πνεύμα εκτελέστηκαν ο Περπέρνα και τα ανώτερα στελέχη του.

Το 71 π.Χ., ο Πομπήιος κέρδισε τη φήμη ιδιοφυΐας στην επαρχιακή διακυβέρνηση. Εξουδετέρωσε χαλαρούς θύλακες αντίστασης και παραχώρησε δίκαιους και γενναιόδωρους όρους σε αυτόχθονες φυλές μέσω της Ισπανίας και της νότιας Γαλατίας. Με τα θέματα ως επί το πλείστον υπό έλεγχο στην Ισπανία, ο Πομπήιος επέστρεψε στη Ρώμη νικητής.

Ρωμαϊκό άγαλμα που υποτίθεται ότι απεικονίζει τον Πομπήιο, στη Villa Arconati a Castellazzo di Bollate (Μιλάνο, Ιταλία) που έφερε από τη Ρώμη το 1627 ο Galeazzo Arconati Guido Bertolotti, Public domain, via Wikimedia Commons

Πειρατές της Κιλικίας

Πριν το διορισμό του Πομπήιου στην αντιμετώπιση των πειρατών της Κιλικίας, οι τιμές του σίτου και άλλων εισαγόμενων προϊόντων ήταν στα ύψη. Οι φόβοι και ανησυχία για τις λεηλατημένες αποστολές ήταν δικαιολογημένες. Μετά την ψήφιση του νόμου που παρείχε στον Πομπήιο έκτακτες εξουσίες, οι τιμές σταθεροποιήθηκαν αμέσως. Ο λαός της Ρώμης είχε πίστη στον αγαπημένο του στρατηγό για να τερματίσει την ξένη απειλή.

Ο Πομπήιος έφτασε στην περιοχή ευθύνης στα τέλη του 67 π.Χ. με μεγάλο αριθμό πλοίων. Ο στόλος του ήταν τόσο μεγάλος που κατάφερε να μοιράσει τη διοίκηση σε 13 λεγάτους που ήταν υπεύθυνοι για διάφορα τμήματα της Μεσογείου. Υπό την άμεση διοίκησή του παρέμειναν 60 πλοία, τα οποία χρησιμοποίησε ως κινητή τακτική δύναμη για να καταστείλει την πειρατική δραστηριότητα και να ενισχύει τους τοπικούς στόλους. Μέσα σε 3 μήνες, η πειρατική δραστηριότητα στη δυτική Μεσόγειο ουσιαστικά εξαλείφθηκε ενώ περιορίστηκε στην Άπω Ανατολή.

Με τη θάλασσα ασφαλή ο Πομπήιος στράφηκε προς την ενδοχώρα στην Κιλικία, όπου σε σύντομο χρονικό διάστημα και με μικρή αντίσταση, εξαλείφθηκαν οι πειρατικές βάσεις. Όσοι πειρατές απέμειναν μετακινήθηκαν στην ενδοχώρα και τους δόθηκε η ευκαιρία να ζήσουν μακριά από την πειρατεία ασχολούμενοι με αγροτικές εργασίες. Μέσα σε τρεις μήνες, ο Πομπήιος είχε εκπληρώσει τις υποσχέσεις του και απάλλαξε τις θαλάσσιες περιοχές από την πειρατική απειλή. Στην πραγματικότητα, οι μεγαλύτερες απειλές στη Μεσόγειο μετά τον Πομπήιο, ήταν οι αντίπαλες Ρωμαϊκές δυνάμεις στους εμφυλίους πολέμους που θα ακολουθούσαν.

Ενώ η νίκη του Πομπήιου εκείνη την εποχή ήταν θριαμβευτική, πρέπει να αναγνωριστεί και το έργο των προκατόχων του. Ο Πόπλιος Σερβίλιος Βάτια/Publius Servilius Vatia, ο οποίος διοικούσε παρόμοια επιχείρηση από το 78 έως το 75 π.Χ., έκανε πολλά για να περιορίσει την πειρατεία σε συγκεκριμένες περιοχές, ενώ οι πειρατικές υποχωρήσεις στην ενδοχώρα απειλούνταν από τις δραστηριότητες του Λούκουλλου στον Μιθριδατικό Πόλεμο. Μέχρι να φτάσει ο Πομπήιος, είχε διαμορφωθεί το σκηνικό για μια εύκολη νίκη, ωστόσο, ήταν αυτός που το κατάφερε.

Με το ζήτημα της πειρατείας να διευθετείται τόσο γρήγορα, ο Πομπήιος ήταν πλέον ελεύθερος να διευρύνει τις επιχειρήσεις του. Ο Μανίλιος πρότεινε τον Πομπήιο να αναλάβει ολόκληρη την ανατολική εκστρατεία και πριν καν ξεκινήσει ο Γλάβριος που μόλις είχε αναλάβει, ο Πομπήιος έλαβε εντολή (imperium) να διοικήσει ολόκληρη την ανατολή.

Το 66 π.Χ., η αναμέτρηση με τον Μιθριδάτη επρόκειτο να ξεκινήσει τον Γ’ Μιθριδατικό Πόλεμο.

Προτομή του Μιθριδάτη του Πόντου στο Λούβρο, Παρίσι Sting, CC BY-SA 2.5 via Wikimedia Commons

Γ’ Μιθριδατικός πόλεμος

Μετά τη νίκη του Κράσσου επί του Σπάρτακου και τη θριαμβευτική επιστροφή του Πομπήιου από την Ισπανία, οι δύο άνδρες εκλέχθηκαν ύπατοι για το 70 π.Χ.. Ενώ δεν είχαν καλές σχέσεις, συμφιλιώθηκαν δημόσια προκειμένου να αμβλύνουν τους φόβους για περαιτέρω εμφύλιους πολέμους. Ενίοτε αντιτάσσονταν ο ένας στον άλλο στις νομοθετικές παρεμβάσεις, αλλά η σχέση τους διατηρήθηκε σε πολιτισμένα επίπεδα. Ο Πομπήιος προσπάθησε για την αποκατάσταση των βετεράνων του, αλλά κανένας από τους δύο δεν σημείωσε κάποια ιδιαίτερη επιτυχία. Παρότι καταργήθηκαν διάφοροι αντιδημοφιλείς νόμοι του Σύλλα, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης του βέτο των Τριβούνων, η πραγματική πολιτική εξουσία γι’ αυτούς δεν θα ερχόταν παρά μια δεκαετία αργότερα.

Προς το παρόν, ωστόσο, εκτυλίσσονταν γεγονότα στα ανατολικά που σύντομα θα επέσυραν το ενδιαφέρον του Πομπήιου. Στα τέλη της δεκαετίας του 70 π.Χ., ξέσπασε και πάλι πόλεμος με τον Μιθριδάτη που θα διαρκούσε αρκετά χρόνια. Η περιοχή της Κυρηναϊκής, απαιτούσε οργάνωση ως επαρχία και οι δραστηριότητες των Κιλικίων πειρατών σε όλη τη Μεσόγειο ήταν ένα αυξανόμενο πρόβλημα που χρειαζόταν προσοχή.

Το 96 π.Χ. ο βασιλιάς της Κυρήνης, Απίων, παραχώρησε το βασίλειό του στη Ρώμη. Ελλείψει κατάλληλων διοικητών (μαγίστρατοι) η Γερουσία επέτρεψε την αυτοδιοίκηση των πόλεων, συμπεριλαμβανομένης της Κυρήνης, αντί να ιδρύσει επίσημες επαρχίες. Μέχρι το 74 π.Χ., όμως, οι Ελληνικές πόλεις της περιοχής δέχονταν έντονες πιέσεις από Λίβυους ντόπιους και η κατάσταση ήταν ανεξέλεγκτη. Παρά τον ορισμό επιπλέον μαγίστρατων από το Σύλλα, εξακολουθούσε να υπάρχει έλλειψη κατάλληλων αξιωματούχων για να αναλάβουν τον έλεγχο και έπρεπε να σταλεί ένας χαμηλόβαθμος κυαίστορας (δικαστικός αξιωματούχος). Παρ’ όλα αυτά, η περιοχή ήταν ασφαλής και διοικείτο έστω και με μικρή δυσκολία.

Οι Κιλικιανοί πειρατές, από την άλλη πλευρά, αποτελούσαν μια μακρά και συνεχή ενόχληση για τη Ρώμη. Το 102 π.Χ., ο Μάρκος Αντώνιος (παππούς του Μάρκου Αντώνιου) στάλθηκε να αντιμετωπίσει τους πειρατές στα ανοικτά των ακτών της Μικράς Ασίας. 25 χρόνια αργότερα, οι προσπάθειες του Αντώνιου είχαν ελάχιστα αποτελέσματα. Ο Σερβίλιος Βάτια εκστράτευσε εναντίον των πειρατών μεταξύ 78 και 75 π.Χ., αλλά παρά τις νίκες και τη θριαμβευτική επιβράβευση με τον τίτλο Ισαυρικός, δεν τερματίστηκε η πειρατική απειλή. Μέχρι το 74 π.Χ., ο γιος του πρώτου Αντωνίου (πατέρας του Μάρκου Αντώνιου) διορίστηκε ως Απόλυτος Αυτοκράτορας/Imperium Infinitum σε όλη τη Μεσόγειο. Με αυτή τη θέση, του δόθηκε η εξουσία ελέγχου σε όλη τη θάλασσα, ανεξάρτητα από τις τοπικές αρχές. Έκανε πολλά για να μειώσει την πειρατική απειλή, αλλά μέχρι την εποχή του Πομπήιου, εξακολουθούσαν να επιτίθενται στις Ιταλικές ακτές. Ο Κόιντος Κεκίλιος Μέτελλος/Quintus Caecilius Metellus στάλθηκε στην Κρήτη για να θέσει τέλος στην εξέγερση και κατάφερε να το κάνει με την εξουσία του Πομπήιου. Μέχρι το 66 π.Χ., η Κρήτη παραδόθηκε ως Ρωμαϊκή επαρχία και στον Μέτελλο απονεμήθηκε ο τίτλος του Κρητικού. Στη συνέχεια, ο Πομπήιος θα προχωρούσε στην εξάλειψη της πειρατείας κατά τη διάρκεια των ανατολικών εκστρατειών του.

Ο Νικομήδης Δ’ όπως απεικονίζεται σε ασημένιο νόμισμα ArchaiOptix, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons

Το 74 π.Χ., ο βασιλιάς της Βιθυνίας Νικομήδης Δ’ ο Φιλοπάτωρ πέθανε και κληροδότησε το βασίλειό του στη Ρώμη. Ο Μιθριδάτης, ωστόσο, επιθυμούσε το έδαφος για τις δικές του επεκτατικές ιδέες και η Ρωμαϊκή αποδοχή της διαθήκης θα οδηγούσε σαφώς σε πόλεμο. Το 73 π.Χ., ο Μάρκος Αυρήλιος Κόττας ορίστηκε να οργανώσει τη Βιθυνία ως επαρχία και ο Λεύκιος Λικίνιος Λούκουλλος έλαβε την Κιλικία ως πρόσθετο αντίμετρο έναντι του Μιθριδάτη. Λίγο μετά την άφιξη του Κόττα και τον επίσημο ορισμό της Ρωμαϊκής εξουσίας, ο Μιθριδάτης εισέβαλε στη Βιθυνία. Με τον Κόττα υπό πολιορκία, ο Λούκουλλος βάδισε βόρεια για να βοηθήσει και ο Μιθριδάτης αναγκάστηκε να αποσυρθεί. Στη συνέχεια, ο Κόττας πολιόρκησε πόλεις πιστές στον Μιθριδάτη και τελικά επέστρεψε στη Ρώμη μετά από επιτυχημένη θητεία το 71 π.Χ.

Ο Λούκουλλος είχε επίσης επιτυχία, νικώντας τον Μιθριδατικό στρατό κοντά στην Καμπίρα. Ο Μιθριδάτης υποχώρησε στην Αρμενία, που κυβερνούσε ο γαμπρός του Τιγράνης. Ο Λούκουλλος ήταν έτοιμος να κυνηγήσει τον Μιθριδάτη το 70 π.Χ. αφού εξασφάλισε τη Ρωμαϊκή κυριαρχία στα μετόπισθεν, συμπεριλαμβανομένου του Πόντου, Στην αρχή τα πράγματα πήγαιναν καλά για τους Ρωμαίους, αλλά τα επόμενα τρία χρόνια, ο πόλεμος είχε διακυμάνσεις. Ο Λούκουλλος δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει τις κατακτήσεις του στην Αρμενία και στο μεσοδιάστημα ο Μιθριδάτης ανακατέλαβε τον Πόντο. Μέχρι το 67 π.Χ., ο στρατός του Λούκουλλου βρισκόταν σε κατάσταση ανταρσίας και οι πιθανότητες για επιτυχία είχαν περιοριστεί στο ελάχιστο. Ο νόμος που ψηφίστηκε από την Γαβίνιο ουσιαστικά αφαίρεσε από τον Λούκουλλο τη διοίκηση και την έδωσε σε έναν από τους ύπατους, τον Μάρκο Ακίλιο Γλάβριο.

Ο τρίτος πόλεμος κατά του Μιθριδάτη ΣΤ’, βασιλιά του Πόντου, ήταν στην πραγματικότητα συνέχεια του δεύτερου. Ο Λούκουλλος, που ήταν υπεύθυνος για την εκστρατεία, είχε επιτυχίες, αλλά δεν μπορούσε να ολοκληρώσει τον πόλεμο. Μέχρι το 67 π.Χ., είχε αντικατασταθεί από τον Γλάβριο, μετά από προσπάθειες του Γαβίνιου.

Ο Γλάβριος, ωστόσο, δεν θα συμμετείχε ποτέ στην εκστρατεία εκτός από την προετοιμασία των λεγεώνων για τον αντικαταστάτη του, Γναίο Πομπήιο. Μετά την επιτυχημένη εκστρατεία του Πομπήιου κατά των πειρατών, ο Γάιος Μανίλιος πρότεινε και ψηφίστηκε νόμος που εκχωρούσε στον Πομπήιο την απόλυτη εξουσία και διοίκηση στα ανατολικά.

Δηνάριο του Πομπήιου που κόπηκε το 49–48 π.Χ. cgb, CC BY-SA 3.0, via Wikimedia Commons

Το 66 π.Χ., ο Πομπήιος μετέβη στη Μικρά Ασία και ανέλαβε τον απόλυτο έλεγχο, παρά την παρουσία του Γλάβριου και του Με οκτώ έμπειρες λεγεώνες, ο Πομπήιος βάδισε βορειοανατολικά από την Ασία στη Βιθυνία και ανατολικά στον Πόντο. Ο Μιθριδάτης είχε στη διάθεσή του τεράστιο πλούτο από τις δικές του εκστρατείες, αλλά τα πολλά χρόνια συνεχούς πολέμου είχαν το τίμημά τους. Η στρατολόγηση τοπικών στρατευμάτων ήταν περιορισμένη και οι μισθοφόροι δεν ήταν διαθέσιμοι στους αριθμούς που χρειαζόταν. Μέχρι να φτάσει ο Πομπήιος στον Πόντο, ο Μιθριδάτης υπερτερούσε αριθμητικά έναντι των Ρωμαίων για πρώτη φορά. Έκανε μια απελπισμένη προσπάθεια να σταματήσει την προέλαση του Πομπήιου σε αυτό που θα αποδεικνυόταν η τελευταία του σημαντική μάχη.

Οι δύο στρατοί συναντήθηκαν κοντά στον ποταμό Λύκο σε μια μοιραία μάχη, όπου οι Ρωμαϊκές λεγεώνες συνέτριψαν τον Μιθριδάτη ο οποίος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το βασίλειό του και ο Πομπήιος ίδρυσε την πόλη Νικόπολη (Πόλη της Νίκης) σε ανάμνηση της νίκης του. Με μια μικρή δύναμη, ο Μιθριδάτης, ο μεγαλύτερος εχθρός της Ρώμης μετά τον Αννίβα, διέφυγε ανατολικά προς την Αρμενία. Ο βασιλιάς Τιγράνης, γαμπρός και σύμμαχός του, συνειδητοποιώντας ότι ο Μιθριδάτης είχε πολεμήσει τον τελευταίο του αγώνα εναντίον της Ρώμης, τον έδιωξε. Στη συνέχεια διέφυγε βόρεια στη Κολχίδα και μετά στην Κριμαία, όπου θα περνούσε τα επόμενα χρόνια προσπαθώντας να επιβεβαιώσει την επιρροή του. Ανίκανος να ανακτήσει την προηγούμενη δύναμή του και χάνοντας την εξουσία από έναν από τους πολλούς γιους του, αυτοκτόνησε το 62 π.Χ.

Αντί να κυνηγήσει τον Μιθριδάτη, ο Πομπήιος ανέλαβε να εντάξει ολόκληρο τον ανατολικό κόσμο στη Ρωμαϊκή επιρροή. Μετακόμισε στην Αρμενία όπου συναντήθηκε με τον Τιγράνη, όπου ο βασιλιάς της Αρμενίας υπέκυψε αμέσως στη Ρωμαϊκή εξουσία και παρέδωσε το στέμμα του στον Πομπήιο, αλλά αποκαταστάθηκε στο θρόνο και καθιερώθηκε ως κράτος υποτελής. Ο Τιγράνης και οι Αρμένιοι θα αποδεικνύονταν ζωτικός σύμμαχος στον έλεγχο των γειτονικών Πάρθων. Προχωρώντας ανατολικότερα και βόρεια, στα βουνά του Καυκάσου και πέρα από την Κασπία Θάλασσα, ο Πομπήιος καθιέρωσε φιλικές σχέσεις με τους ντόπιους. Παρότι δεν υπήρχε πρόθεση για κατάκτηση, αυτή η εκστρατεία ήταν ένα ακόμη ζωτικό βήμα για την εξασφάλιση συμμάχων κατά των Πάρθων. Οι ντόπιοι της περιοχής του Καυκάσου δεν εκδήλωσαν ποτέ σοβαρή εχθρότητα προς τη Ρώμη, αλλά την υποστήριζαν κατά τη διάρκεια των ανατολικών εκστρατειών.

Η Ιουδαία (με μπλε) υπό τον Υρκανό Β’ το 63 π.Χ., αφού υποβαθμίστηκε σε επαρχία καθώς ο Πομπήιος προσάρτησε τον βορρά για τη Ρώμη (με κόκκινο) Rh0809, CC BY-SA 4.0, via Wikimedia Commons

Ανατολική εκστρατεία

Ο Πομπήιος επέστρεψε από την εκστρατεία στην Άπω Ανατολή το 64 π.Χ. Μεταβαίνοντας στον Πόντο, ξεκίνησε τη διαδικασία οργάνωσης των κερδισμένων εδαφών σε επαρχίες. Η Κιλικία είχε ήδη γίνει επίσημα επαρχία μετά την εκστρατεία του εναντίον των πειρατών το 66 π.Χ. και ο Πομπήιος θα συνέχιζε να επιδεικνύει τις ικανότητές του ως διαχειριστής στα κατακτημένα εδάφη. Η Βιθυνία και ο Πόντος ιδρύθηκαν ως επίσημη επαρχία το 64 π.Χ. και ο Πομπήιος χρησιμοποίησε επιδέξια τις υπάρχουσες Ελληνικές αρχές για να θέσει ειρηνικά τον πληθυσμό υπό έλεγχο.

Ικανοποιημένος από τα αποτελέσματα στον Πόντο, ο Πομπήιος μετακινήθηκε νότια στη Συρία στα τέλη του 64 π.Χ. Η Συρία αποτελούσε τμήμα της παλαιάς δυναστείας των Σελευκιδών, οι οποίοι ήταν απόγονοι του παλαιού εχθρού Αντίοχου Γ’. Ωστόσο, τα προηγούμενα 60 χρόνια, το βασίλειο των Σελευκιδών βρισκόταν στο απόλυτο χάος, αφού αντίπαλοι σε όλη την επικράτεια έλεγχαν διάφορες πόλεις και επικρατούσε αναρχία. Ο τεράστιος πλούτος της περιοχής αποτελούσε δέλεαρ για τους Πάρθους και τους γειτονικούς Άραβες και ο Πομπήιος ήθελε να τον εξασφαλίσει προς όφελος της Ρώμης.

Η Συρία προσαρτήθηκε ως Ρωμαϊκή επαρχία αγνοώντας τις αντίπαλες παρατάξεις στο εσωτερικό της οι οποίες απομακρύνθηκαν από την εξουσία και η Ρώμη ανέλαβε τον έλεγχο, αποφεύγοντας τη δημιουργία ενός υποτελούς βασιλείου που στην καλύτερη περίπτωση θα ήταν αναξιόπιστο. Με αυτόν τον τρόπο, ο Πομπήιος όχι μόνο πρόσθεσε τη Συρία, αλλά δημιούργησε μια ουδέτερη ζώνη μεταξύ μελλοντικών εχθρών και άλλων πρόσφατα κερδισμένων εδαφών στην περιοχή της σύγχρονης Τουρκίας.

Μετά τη διευθέτηση των υποθέσεων στη Συρία, ο λαός της Ιουδαίας κάλεσε τον Πομπήιο για βοήθεια στις εσωτερικές συγκρούσεις. Οι Εβραίοι απολάμβαναν σχεδόν δύο αιώνες ανεξαρτησίας από τους Σελευκίδες, αλλά ένας αγώνας εξουσίας που οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο απειλούσε τη σταθερότητα. Δύο αδέλφια, ο Υρκανός και ο Αριστόβουλος, ανταγωνίζονταν για τον Εβραϊκό θρόνο και ο Πομπήιος προσφέρθηκε ως μεσολαβητής. Ο Υρκανός τελικά έλαβε την υποστήριξη του Πομπήιου και ο Αριστόβουλος συναίνεσε, αλλά όχι οι οπαδοί του.

Ενώ ο Πομπήιος διεξήγαγε εκστρατεία εναντίον των Ναβαταίων (αρχαίος Αραβικός λαός με Αραμαϊκές επιρροές) οι οπαδοί του Αριστοβούλου κατέλαβαν την πόλη της Ιερουσαλήμ αρνούμενοι να αναγνωρίσουν την εξουσία του Υρκανού. Οι Ρωμαίοι αντέδρασαν γρήγορα και πολιόρκησαν την πόλη. Μέσα σε 3 μήνες, ο Πομπήιος κατέλαβε την Ιερουσαλήμ και τοποθέτησε τον Υρκανό στο θρόνο της Ιουδαίας. Ενώ ήταν ανεξάρτητος, ο Υρκανός χρωστούσε το στέμμα του στους Ρωμαίους και σε ένδειξη ευγνωμοσύνης καθιέρωσε φόρο τιμής όπως και η Αρμενία.

Ωστόσο, αυτό δεν ήταν το τέλος των διαπραγματεύσεων του Πομπήιου. Λίγο καιρό μετά την τοποθέτηση του Τιγράνη ως κυβερνήτη στην Αρμενία, η Αρμενία προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τη Ρωμαϊκή υποστήριξη και το 64 π.Χ. εισέβαλε στην Παρθία στη Μεσοποταμία, μία κίνηση που μπορούσε να έχει ολέθριες συνέπειες στην περιοχή. Ο Πομπήιος θα μπορούσε να υποστηρίξει την εισβολή και να έχει άμεση ανάμειξη εναντίον της Παρθίας, αλλά οι εξαντλητικές εκστρατείες και οι συνεχείς μετακινήσεις τον οδήγησαν να διαπραγματευτεί ειρήνη μεταξύ Αρμενίας και Παρθίας, επιστρέφοντας τα περισσότερα από τα κέρδη του Τιγράνη, αλλά καθιερώνοντας ειρήνη στην περιοχή για μια δεκαετία.

Ο Πομπήιος στον ναό της Ιερουσαλήμ, μινιατούρα του Ζαν Φουκέ, 15ος αιώνας Jean Fouquet, Public domain, via Wikimedia Commons

Αποικίες Ανατολής

Ο Πομπήιος απελευθέρωσε μια σειρά από Ελληνοποιημένες πόλεις από τους κυβερνήτες τους και δημιούργησε συνασπισμό αποτελούμενο από επτά πόλεις ανατολικά του ποταμού Ιορδάνη που έλεγχαν οι Ασμοναίοι της Ιουδαίας, συν τη Δαμασκό. Η Φιλαδέλφεια (σημερινό Αμμάν) που έλεγχαν οι Ναβαταίοι, εντάχθηκε επίσης στον συνασπισμό, που ονομάστηκε Δεκάπολις και βρισκόταν κυρίως στην Υπεριορδανία (σήμερα τμήμα της Ιορδανίας) και γύρω από τα ανατολικά της θάλασσας της Γαλιλαίας, μέρος της οποίας εκτεινόταν στη Συρία. Φαίνεται ότι ο Πομπήιος οργάνωσε τον εν λόγω συνασπισμό ως μέσο διατήρησης της κυριαρχίας των πόλεων-κρατών. Αν και τις έθεσε υπό την προστασία της Ρωμαϊκής επαρχίας της Συρίας, κάθε πόλη-κράτος ήταν αυτόνομη. Εκτιμάται ότι δεν οργανώθηκαν πολιτικά αλλά συνεργάστηκαν σε οικονομικά θέματα και θέματα ασφάλειας. Ο Ιώσηπος Φλάβιος αναφέρει ότι πέντε από αυτές τις πόλεις αφαιρέθηκαν από τους Ασμοναίους και αποδόθηκαν στους κατοίκους τους (αυτοδιοίκηση). Αναφέρει επίσης πόλεις στην Ιουδαία όπως Άζοτος (Ασντόντ), Ιάμνια (Γιαβνέ) Ιόππη (Γιάφα) Ντόρα (Τελ Ντορ, τώρα αρχαιολογικός χώρος) Μαρίσσα (Τελ Μαρέσα) και Σαμάρεια (τώρα αρχαιολογικός χώρος). Επίσης ο Πύργος του Στράτωνα (αργότερα ονομάστηκε Παράλια Καισάρεια) η Αρεθούσα (σημερινή Αλ-Ραστάν) στη Συρία και η πόλη της Γάζας αποδόθηκαν στο λαό τους. Αποκαταστάθηκαν επίσης δύο ακόμη πόλεις κοντά στη Γάζα, η Ανθηδώνα (τώρα αρχαιολογικός χώρος) και η Ραφία (Ραφάχ) καθώς και μια άλλη πόλη, η Αδόρα (Ντούρα κοντά στη Χεβρώνα).

Η απελευθέρωση των πόλεων συμβολίζεται από την υιοθέτηση της Πομπηίας εποχής, γεγονός που την κατέστησε συγκρίσιμη με ένα νέο θεμέλιο, αρχής γενομένης από το 63 π.Χ., το έτος που ξεκίνησε η αυτοδιοίκηση. Η Δαμασκός συνέχισε να χρησιμοποιεί την εποχή των Σελευκιδών, ενώ ορισμένες πόλεις της Ιουδαίας και της Γαλιλαίας υιοθέτησαν επίσης την εποχή του Πομπήιου. Αρκετές από τις πόλεις υπέστησαν ζημιές κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Ασμοναίων, αλλά οι ζημιές δεν ήταν εκτεταμένες και η ανοικοδόμηση ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης στη Συρία του Αύλου Γαβίνιου το 57 π.Χ. Η Γάζα και η Ραφία υιοθέτησαν την Πομπηία εποχή όταν ολοκληρώθηκε η ανοικοδόμηση, το 61 και το 57 π.Χ. αντίστοιχα. Η πόλη της Σαμάρειας υιοθέτησε την ονομασία του Γαβίνιου, πιθανώς επειδή η ανοικοδόμηση ολοκληρώθηκε επί των ημερών του. Οι πόλεις βίωσαν επίσης επαναπληθυσμό, με μερικούς από τους εξόριστους να επιστρέφουν στην πατρίδα τους και να μεταφέρονται νέοι έποικοι από τις κοντινές περιοχές και τους Εξελληνισμένους Σύριους. Αποκαταστάθηκε η διάκριση μεταξύ πολιτών και ιθαγενών. Οι Εβραίοι δεν καταμετρήθηκαν ως πολίτες λόγω θρησκείας και πιθανότατα απελάθηκαν ή είδαν την περιουσία τους να κατάσχεται, με ορισμένους να γίνονται ενοικιαστές σε Εξελληνισμένους γαιοκτήμονες. Οι εν λόγω εξελίξεις ενίσχυσαν τη μακροχρόνια εχθρότητα μεταξύ Εβραίων και Εξελληνισμένων.

Τετράδραχμο του Τιγράνη Β’ του Μεγάλου της Αρμενίας, που κόπηκε στην Αντιόχεια, 83–69 π.Χ.  Sailko, CC BY 3.0, via Wikimedia Commons

Εκτός από την προσάρτηση της Συρίας και τη μετατροπή της Ιουδαίας σε υποτελές βασίλειο και δορυφόρο της Συρίας, ο Πομπήιος προσάρτησε την παράκτια λωρίδα στο δυτικό τμήμα του βασιλείου του Πόντου και τη συγχώνευσε με τη Βιθυνία, μετατρέποντάς τες δύο στη Ρωμαϊκή επαρχία Βιθυνίας και Πόντου. Το βασίλειο της Βιθυνίας είχε κληροδοτηθεί στη Ρώμη από τον τελευταίο βασιλέα, Νικομήδη Δ ́, το 74 π.Χ., πυροδοτώντας τον Γ’ Μιθριδατικό Πόλεμο. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου, δεν προσαρτήθηκε επίσημα. Τα εδάφη που κατέκτησε ο Μιθριδάτης, εκτός από τη Μικρή Αρμενία, έγιναν υποτελή. Η ανατολική ακτή και το εσωτερικό του Πόντου συν το βασίλειο του Βόσπορου έγιναν υποτελή βασίλεια υπό τον Φαρνάκη Β’ του Πόντου, γιο του Μιθριδάτη που είχε επαναστατήσει εναντίον του πατέρα του και είχε συμμαχήσει με τους Ρωμαίους. Ο Πομπήιος εγκατέστησε τον Αρίσταρχο ως κυβερνήτη στην Κολχίδα. Έδωσε τη Μικρή Αρμενία στη Γαλατία υπό τον βασιλιά Δειόταρο τον Φιλορωμαίο ως ανταμοιβή για την πίστη του στη Ρώμη.

Ο Πομπήιος επέκτεινε σε μεγάλο βαθμό την επαρχία της Κιλικίας κατά μήκος της ακτής (προσθέτοντας την Παμφυλία στα δυτικά) και την ενδοχώρα. Την αναδιοργάνωσε σε έξι τμήματα: Κιλικία Τραχεία, Κιλικία Πεδινή, Παμφυλία, Πισιδία (βόρεια Της Παμφυλίας) Ισαυρία (ανατολικά της Πισιδιάς) Λυκαονία (βόρεια της Κιλικίας Τραχείας) και το μεγαλύτερο τμήμα της Φρυγίας (βόρεια της Πισιδίας και της Ισαυρίας). Άφησε τον Ταρκονδίμοτο Α’ να ελέγχει τον Ανάζαρβο και το όρος Άμανο, ανατολικά της Κιλικίας Πεδινής. Ο Ταρκονδίμοτος και ο γιος και διάδοχος Ταρκονδίμοτος Β’ ήταν πιστοί σύμμαχοι της Ρώμης.

Όπως προαναφέρθηκε, η αρχαία Κιλικία χωρίστηκε σε Κιλικία Τραχεία, ορεινή περιοχή στα δυτικά και Κιλικία Πεδινή στα ανατολικά. Η Κιλικία έγινε στρατιωτική βάση του Μάρκου Αντώνιου Ρήτορα στην εκστρατεία του το 102 π.Χ. εναντίον των πειρατών και ένα μικρό μέρος της Κιλικίας Πεδινής στη συνέχεια έγινε Ρωμαϊκό έδαφος, ενώ υπήρξε στρατιωτική επιχειρησιακή περιοχή για την εκστρατεία 78-74 π.Χ. του Πόπλιου Σερβίλιου Βάτια Ισαυρικού/Publius Servilius Vatia Isauricus. Ωστόσο, η Κιλικία Τραχεία εξακολουθούσε να κρατείται από τους πειρατές και το μεγαλύτερο μέρος της Κιλικίας Πεδινής ανήκε στον Τιγράνη τον Μέγα της Αρμενίας. Αυτή η περιοχή της Ανατολίας τέθηκε υπό Ρωμαϊκό έλεγχο μετά τις νίκες του Πομπήιου.

Το 66 π.Χ., μετά τις εκστρατείες του Κόιντου Καικίλιου Μέτελλου Κρητικού (69-67 π.Χ.) η Κρήτη προσαρτήθηκε ως Ρωμαϊκή επαρχία. Ο Λίβιος έγραψε: «Έχοντας υποτάξει τους Κρητικούς, ο Κόιντος Μέτελλος θέσπισε νόμους στο νησί τους, το οποίο μέχρι τότε ήταν ανεξάρτητο».

Σύνοψη

Η Ρωμαϊκή επαρχία της Βιθυνίας διευρύνθηκε και έγινε επαρχία Βιθυνίας και Πόντου (ο Πομπήιος πρόσθεσε το δυτικό τμήμα του Πόντου).

Η Γαλάτεια μοιράστηκε μεταξύ του Δειόταρου στα δυτικά, του Δομνίλαου στο μέσον, του Βρογίταρου στα ανατολικά και του Πυλαιμένη στο βορρά.

Η Καππαδοκία αποδόθηκε στον Αριοβαρζάνη (ο Πομπήιος αύξησε τα εδάφη του).

Η Ρωμαϊκή επαρχία της Κιλικίας διευρύνθηκε (ο Πομπήιος πρόσθεσε την Παμφυλία και αρκετές περιοχές της ενδοχώρας). Η Κιλικία διατήρησε το όνομά της.

Η παράκτια λωρίδα από τη Γάζα στον κόλπο του Ισσού σχημάτισε νέα Ρωμαϊκή επαρχία τη Συρία.

Ο Δειόταρος (ηγεμόνας των Τολιστοβιγίων) έλαβε εκτεταμένο βασίλειο ανατολικά της Βιθυνίας και του Πόντου. αποτελούμενο από το ανατολικό τμήμα του Πόντου και της Μικρής Αρμενίας.

Η Κολχίδα δόθηκε στον Αρίσταρχο.

Η Κομμαγηνή δόθηκε στον Αντιόχο.

Ο Οσροηνή δόθηκε στον Άβγαρο.

Η οροσειρά του Άμανου δόθηκε στον Ταρκονδίμοτο.

Επετράπη στον Τιγράνη να παραμείνει βασιλιάς της Αρμενίας.

Η Σοφηνή ανεξαρτητοποιήθηκε από την Αρμενία (υποτελής της Ρώμης).

Η Γορδυηνή έγινε υποτελής της Ρώμης.

Ο Υρκανός αποκαταστάθηκε ως ηγεμόνας και αρχιερέας της Ιουδαίας (αν και μεγάλο μέρος της εξουσίας στην Ιουδαία πέρασε στα χέρια του Αντίπατρου).

Απεικόνιση του 18ου αιώνα του τρίτου θριάμβου Gabriel de Saint-Aubin, Public domain, via Wikimedia Commons

Επιστροφή στην Ρώμη

Ο Πομπήιος θα επέστρεφε στη Ρώμη και θα γιόρταζε τον τρίτο και πιο ένδοξο θρίαμβο στα τέλη του 62 π.Χ. Ο πλούτος που έφερε μαζί του ήταν σχεδόν ανυπολόγιστος με εκτιμήσεις που κυμαίνονταν από 20.000 έως 40.000 χρυσά τάλαντα. Το ετήσιο εισόδημα στη Ρώμη σχεδόν διπλασιάστηκε ως αποτέλεσμα τόσο των πολεμικών λάφυρων όσο και του φόρου τιμής από τα κράτη-υποτελείς. Πίσω στη Ρώμη όμως, υπήρχε μεγάλη ανησυχία για την επιστροφή του, παρά τη μεγάλη του επιτυχία. Ο Πομπήιος είχε σχεδόν 45.000 άνδρες υπό τις διαταγές του και ένα απίστευτο ποσό πλούτου.

Η Γερουσία φοβόταν μια επανάληψη της πορείας του Σύλλα και επιβολή δικτατορίας, αλλά ο Πομπήιος δεν αποτελούσε απειλή, καθότι ήταν ευτυχής που επέστρεφε με τη δύναμη και το μεγαλείο του κατακτητή. Υπέθεσε ότι οι επιτυχίες του θα εξασφάλιζαν εποικισμούς για τους άνδρες του και μια περίοπτη θέση στη Σύγκλητο. Αντ’ αυτού ανακάλυψε ότι προέκυψαν νέα ονόματα κατά την απουσία του, όπως ο νεαρός Γάιος Ιούλιος Καίσαρας, και ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρωνας, ο οποίος διεκδικούσε τον τίτλο του σωτήρα της Ρώμης κατά την απουσία του Πομπήιου.

Όταν επέστρεψε στην Ιταλία, ο Πομπήιος απέφυγε να συμμαχήσει με πολιτικούς παράγοντες εναντίον των Αριστοκρατών/Optimates. Δεν ήταν επαναστάτης. Ήθελε όλες οι τάξεις να τον αναγνωρίσουν ως πρώτο πολίτη, που ήταν πρόθυμος να προσφέρει στο κράτος. Είχε χωρίσει την τρίτη σύζυγό του, Μούκια Τέρτια, μετά από φήμες για μοιχεία με τον Καίσαρα και πρότεινε να συμμαχήσει μέσω γάμου με το κόμμα του νεαρού συγκλητικού Μάρκου Πόρκιου Κάτονα του Νεότερου, αλλά οι ευγενείς συνασπίστηκαν εναντίον του και η προσφορά του απορρίφθηκε. Ο Λούκουλλος και άλλοι ήταν αποφασισμένοι να αποτρέψουν την επικύρωση της ανατολικής αποίκισης του Πομπήιου και να απορρίψουν το αίτημά του για παραχώρηση γης στους βετεράνους του.

Από αριστερά προς τα δεξιά: Ιούλιος Καίσαρας, Μάρκος Λικίνιος Κράσσος και Πομπήιος ο Μέγας Andreas Wahra, Diagram Lajard, CC0, via Wikimedia Commons

Πρώτη τριανδρία

Η βοήθεια ήρθε μόνο όταν ο Καίσαρας επέστρεψε από την διακυβέρνηση στην Ισπανία. Ο Πομπήιος, ο Κράσος και ο Καίσαρας σχημάτισαν την ανεπίσημη και αρχικά μυστική «Πρώτη Τριανδρία» η οποία επρόκειτο να γίνει κάτι περισσότερο από μια απλή εκλογική σύμπραξη. Πιέζοντας όλους τους υποστηρικτές για να αποσπάσουν συγκλητική θέση από τους Αριστοκράτες/Optimates, η αλληλεγγύη ήταν απαραίτητη αν ήθελαν να διασφαλίσουν αυτό που κέρδισε ο Καίσαρας το 59 π.Χ., ο οποίος από την πλευρά του, ήθελε μια μακροπρόθεσμη διοίκηση. Ο Πομπήιος, που παντρεύτηκε την κόρη του Καίσαρα, Ιουλία, έβλεπε τον Καίσαρα ως μέσον υλοποίησης των σχεδίων του. Ο Καίσαρας, όντας ύπατος, προώθησε αμέσως ένα νομοσχέδιο διανομής εδαφών και λίγο αργότερα δημόσιων κτίσεων στην Καμπανία. Μόλις εξασφάλιζε πενταετή διοίκηση στην Ιλλυρία και τη Γαλατία, θα μπορούσε να βασιστεί για να συγκεντρώσει ένα μεγάλο μέρος των αποστρατευμένων στρατιωτών του Πομπήιου και να τους δώσει περαιτέρω ευκαιρίες για κερδοφόρα απασχόληση.

Ο Πομπήιος έλυσε το πρόβλημα προμήθειας σιτηρών της Ρώμης με τη συνήθη αποτελεσματικότητά του, αλλά οι ευγενείς συνέχισαν να είναι αντίθετοι. Το έτος 56 π.Χ. ήταν κρίσιμο για την τριανδρία. Οι ευγενείς επινόησαν θρησκευτικά εμπόδια για να αποτρέψουν την αποστολή του Πομπήιου σε στρατιωτική αποστολή στην Αίγυπτο, ενώ ο Πόπλιος Κλόδιος/Publius Clodius επιχείρησε να πείσει τον Πομπήιο ότι ο Κράσσος σχεδίαζε την δολοφονία του. Έγινε επίσης προσπάθεια να ανασταλεί ο νόμος του Καίσαρα για τη διανομή εδαφών στην Καμπανία.

Θορυβημένος από τις υποψίες και την αλαζονεία του Πομπήιου, ο Κράσσος ξεκίνησε να συναντήσει τον Καίσαρα στη Ραβέννα και ο Καίσαρας με τη σειρά του έφτασε στα όρια της επαρχίας του στη Λούκα για να συναντήσει τον Πομπήιο. Η συνάντηση της Λούκα (56 π.Χ.) προετοίμασε το έδαφος για την επόμενη φάση της συνεργασίας, κατά την οποία Πομπήιος και Κράσσος επρόκειτο να εξασφαλίσουν την εκλογή στην υπατεία το 55 π.Χ., αφού και αυτοί ήθελαν πενταετείς εντολές στις επαρχίες, ενώ η διοίκηση του Καίσαρα επρόκειτο να ανανεωθεί για άλλα πέντε έτη. Οι τρεις τους εξασφάλισαν το τέλος τους με βία και διαφθορά μετά από παρατεταμένο αγώνα. Στις αρχές του 55 π.Χ. ο Πομπήιος και ο Κράσος εξελέγησαν επιτέλους ύπατοι, με τις περισσότερες από τις μικρότερες αρμοδιότητες να πηγαίνουν στους υποστηρικτές τους. Ο Καίσαρας έλαβε την παράταση της διοίκησής του, ενώ ο Πομπήιος και ο Κράσσος ανέλαβαν διοίκηση στην Ισπανία και τη Συρία, αντίστοιχα. Ο Πομπήιος είχε τη δυνατότητα να παραμείνει στην Ιταλία και να διοικεί τις επαρχίες του με αντικαταστάτες.

Μόλις εκλέχθηκαν, ο Πομπήιος και ο Κράσσος ανάγκασαν τον Γάιο Τριβώνιο, έναν πληβείο τριβούνο, να προτείνει μέτρο που έδινε την επαρχία της Συρίας και τα κοντινά εδάφη σε έναν από τους υπάτους και τις επαρχίες της Εντεύθεν Ιβηρίας/Hispania Citerior και της Εκείθεν Ιβηρίας/Hispania Ulterior στον άλλον. Θα διατηρούσαν τη διοίκηση για πέντε χρόνια, θα ήταν σε θέση να επιβάλουν όσα στρατεύματα ήθελαν και «να κάνουν ειρήνη και πόλεμο με όποιον ήθελαν». Οι υποστηρικτές του Καίσαρα όμως ήταν δυσαρεστημένοι και ως εκ τούτου ο Κράσσος και ο Πομπήιος παρατείναν τη διοίκηση του Καίσαρα στη Γαλατία. Σύμφωνα με τον Δίωνα Κάσσιο, αυτό ήταν για τρία χρόνια και όχι για πέντε. Στο έργο Βίος Πομπήιου, ο Πλούταρχος έγραψε ότι οι νόμοι που πρότεινε ο Τριβώνιος ήταν σύμφωνοι με τη συμφωνία που έγινε στη Λούκα. Έδωσαν στη διοίκηση του Καίσαρα μια δεύτερη πενταετή θητεία, ανέθεσαν τη Ρωμαϊκή επαρχία της Συρίας και μια αποστολή εναντίον της Παρθίας στον Κράσσο και έδωσαν στον Πομπήιο τις δύο επαρχίες της Ιβηρίας (όπου υπήρχαν πρόσφατα αναταραχές) ολόκληρη την Αφρική (πιθανώς ο Πλούταρχος εννοούσε Κυρηναϊκή, καθώς και τη Ρωμαϊκή επαρχία της Αφρικής) και τέσσερις λεγεώνες. Ο Πομπήιος δάνεισε δύο από αυτές τις λεγεώνες στον Καίσαρα για τους πολέμους του στη Γαλατία κατόπιν αιτήματός του. Σύμφωνα με τον Αππιανό, ο Πομπήιος δάνεισε στον Καίσαρα μόνο μία λεγεώνα, όταν δύο από τους υπαρχηγούς του Καίσαρα ηττήθηκαν στη Γαλατία από τον Αμπιορίξ το 54 π.Χ.

Ο θάνατος της Ιουλίας το 54 π.Χ. κατέστρεψε τον ισχυρότερο δεσμό μεταξύ Πομπήιου και Καίσαρα και ο Κράσσος υπέστη καταστροφική ήττα και πέθανε στη Μεσοποταμία. Η συνοχή έπαυσε να υπάρχει, αλλά ο Πομπήιος μέχρι στιγμής δεν έδειξε διάθεση να τα σπάσει με τον Καίσαρα.

Εμφύλιος και δολοφονία

Ο Καίσαρας έστειλε ένα απόσπασμα στο Αρίμινουμ (Ρίμινι) την πρώτη πόλη της Ιταλίας και το κατέλαβε αιφνιδιαστικά. Στη συνέχεια προέλαυσε προς τη Ρώμη, έχοντας διασχίσει τον ποταμό Ρουβικώνα στα όρια της Ιταλίας. Στο άκουσμα αυτού, οι πρόξενοι κατηύθυναν τον Πομπήιο να στρατολογήσει γρήγορα περισσότερα στρατεύματα. Η Γερουσία, όντας απροετοίμαστη, πανικοβλήθηκε με την απρόσμενη ταχύτητα του Καίσαρα. Ο Κικέρων πρότεινε την αποστολή αγγελιαφόρων στον Καίσαρα για να διαπραγματευτούν την ασφάλειά τους, αλλά οι έξαλλοι ύπατοι απέρριψαν αυτή την ενέργεια. Κατόπιν τούτου, ο Καίσαρας βάδισε προς τη Ρώμη, καταλαμβάνοντας τις πόλεις αμαχητί, είτε επειδή οι φρουρές τους ήταν πολύ αδύναμες είτε επειδή συμμερίζονταν τον σκοπό του. Ο Πομπήιος, όταν το έμαθε από έναν αποστάτη, μη έχοντας χρόνο να συγκεντρώσει αρκετά μεγάλη δύναμη, έστειλε Ρωμαίους απεσταλμένους στον Καίσαρα για διαπραγματεύσεις. Ο Καίσαρας συμφώνησε να διαπραγματευτεί, υποσχόμενος στους απεσταλμένους ότι ουδείς θα υποστεί ζημιά στα χέρια του και ότι θα ζητήσει την άμεση διάλυση των στρατευμάτων. Ωστόσο, ο λαός της Ρώμης φοβόταν τον πόλεμο και ήδη καλούσε τους δύο άνδρες να αφοπλιστούν ταυτόχρονα.

Προτομή του Ιουλίου Καίσαρα στο αρχαιολογικό Μουσείο του Τορίνο, Ιταλία Museum of antiquities, Public domain, via Wikimedia Commons

Ο Πομπήιος ήξερε ότι οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις θα τον καθιστούσαν κατώτερο από τον Καίσαρα και όχι ισότιμο εταίρο. Ως εκ τούτου, πριν επιστρέψουν οι απεσταλμένοι, ο Πομπήιος σχεδίασε την μετάβασή του στην Καμπανία για να συνεχίσει τον πόλεμο από εκεί. Διέταξε τους συγκλητικούς και τους αξιωματούχους να πάνε μαζί του και να κατασχέσουν το δημόσιο ταμείο για να πληρώσουν τα στρατεύματα που έπρεπε να στρατολογήσουν. Ωστόσο, αφού άκουσαν αναφορές ότι ο Καίσαρας δεν ήταν διαλλακτικός, οι συγκλητικοί παράκουσαν και έφυγαν βιαστικά από τη Ρώμη στις δικές τους περιουσίες χωρίς να αγγίξουν τα χρήματα. Η αναχώρηση από τη Ρώμη ήταν άτακτη. Καθώς έφευγε ο Πομπήιος, εγκαθιστούσε βιαστικά στρατεύματα από τις Ιταλικές πόλεις, στήνοντας φρουρές καθ’ οδόν.

Ο Καίσαρας σταμάτησε την πορεία του στη Ρώμη ισχυριζόμενος ότι μαχόταν εναντίον των αντιπάλων του και υπέρ της Ρώμης. Έστειλε επιστολές σε όλη την Ιταλία που αμφισβητούσαν τον Πομπήιο, στις οποίες απάντησε ο δεύτερος με μια σειρά επιστολών προσπαθώντας να εμφανίσει τον Καίσαρα ότι είχε απορρίψει λογικούς όρους. Σε απάντηση, ο Καίσαρας διέταξε τους υπαρχηγούς του να προχωρήσουν. Το Πίκενουμ, η Ετρούρια και η Ούμβρια καταλήφθηκαν. Ο Καίσαρας ενώθηκε με τη ΧΙΙ λεγεώνα του, αυξάνοντας σε δύο τον αριθμό των λεγεώνων. Ο Πομπήιος μη θέλοντας να στείλει τις πρόσφατα στρατολογηθείσες δυνάμεις εναντίον των βετεράνων του Καίσαρα, αποφάσισε να εγκαταλείψει την Ιταλία και κάλεσε όλους τους πιστούς διοικητές να υποχωρήσουν νότια.

Εν τω μεταξύ, ο Καίσαρας είχε ως στόχο το Κορφίνιο, στην κεντρική Ιταλία, το οποίο είχε καταληφθεί από τον Λεύκιο Δομίτιο Αηνόβαρβο. Ο Δομίτιος είχε τριάντα μία κοόρτεις στο Κορφίνιο και αποφάσισε να αντισταθεί, πιθανώς υπολογίζοντας ότι υπερισχύοντας του Καίσαρα σε αναλογία τρία προς δύο, είχε την ευκαιρία να σταματήσει την προέλαση. Ο Καίσαρας κατέλαβε γρήγορα τη γειτονική πόλη Σούλμο, φρουρούμενη από επτά κοόρτεις. Η VIII λεγεώνα του είχε φτάσει, αυξάνοντας τον αριθμό των λεγεώνων του σε τρεις και ο Γάιος Σκριβώνιος Κούριος είχε φέρει είκοσι δύο κοόρτες νεοσύλλεκτων. Ο Καίσαρας πλέον υπερτερούσε αριθμητικά του Δομιτίου και άρχισε να πολιορκεί την πόλη. Συνειδητοποιώντας ο Δομίτιος ότι η απόδραση για ολόκληρο το στρατό ήταν αδύνατη και ότι δεν υπήρχαν ενισχύσεις, αποφάσισε να σώσει τον εαυτό του και προσπάθησε να ξεφύγει από την πολιορκία. Τα στρατεύματά του, ωστόσο, ανακάλυψαν τα σχέδιά του, τον συνέλαβαν ενώ προσπαθούσε να διαφύγει και τον παρέδωσαν στον Καίσαρα, ο οποίος τον άφησε ελεύθερο επιτρέποντας να πάρει μαζί του τα χρήματά του. Οι στρατιώτες του Δομίτιου ωστόσο, αναγκάστηκαν να δώσουν όρκο πίστης στον Καίσαρα και προστέθηκαν στο στρατό του. Τελικά στάλθηκαν στη Σικελία υπό τη διοίκηση του Ασίνιου Πόλλιου και τον βοήθησαν να πάρει το νησί από τον Μάρκο Πόρκιο Κάτωνα.

Ο Πομπήιος έσπευσε στη Νοκέρια και στη συνέχεια στο Βρενδήσιο (Μπρίντιζι) το κύριο λιμάνι για διέλευση προς την Ελλάδα. Είχε τελικά αποφασίσει να εγκαταλείψει την Ιταλία και να ολοκληρώσει τις πολεμικές προετοιμασίες του στην Ελλάδα. Έγραψε στους κυβερνήτες των επαρχιών, καθώς και στους βασιλείς και τις πόλεις που είχε κερδίσει στον Γ’ Μιθριδατικό Πόλεμο, ζητώντας τους να στείλουν βοήθεια. Ο Πομπήιος ήξερε ότι δεν μπορούσε να φτάσει στα στρατεύματά του στην Ιβηρία επειδή ο Καίσαρας έλεγχε τη Γαλατία και ως εκ τούτου, μπλόκαρε τη χερσαία διαδρομή προς την Ιβηρική Χερσόνησο. Πίστευε ότι ο Καίσαρας δεν θα μπορούσε να τον κυνηγήσει στην Ελλάδα επειδή υπήρχαν πολύ λίγα πλοία και πλησίαζε ο χειμώνας, που δυσκόλευε τον πλου στη Μεσόγειο. Πιθανώς λόγω αλλαγής του σχεδίου, υπήρχαν διαθέσιμα πλοία για τριάντα από τις πενήντα κοόρτεις του. Ο Πομπήιος αποφάσισε να αφήσει πρώτα τους ύπατους και τους νεοσύλλεκτους να περάσουν στο Δυρράχιο οι οποίοι έφυγαν μέχρι τις 8 Μαρτίου. Στις 9 Μαρτίου, μετά από δεκαέξι ημέρες σκληρής πορείας, ο στρατός του Καίσαρα έφτασε στο Βρενδήσιο και προχώρησε στη δημιουργία στρατοπέδου έξω από τα τείχη της πόλης. Η πόλη ήταν δύσκολο να καταληφθεί και ο Καίσαρας προσπάθησε να διαπραγματευτεί ειρήνη και να συνεχίσει τη φιλία του με τον Πομπήιο, ο οποίος απλώς είπε ότι θα το μεταδώσει στους ύπατους. Στη συνέχεια, ο Καίσαρας πολιόρκησε και επιτέθηκε στην πόλη και ο Πομπήιος τον απώθησε μέχρι να επιστρέψουν τα πλοία, τα οποία σάλπαραν τη νύχτα. Μετά από αυτό, ο Καίσαρας κατέλαβε την πόλη μαζί με δύο πλοία γεμάτα στρατιώτες.

Από το Δυρράχιο, ο Πομπήιος βάδισε προς τη Μακεδονία, όπου δημιούργησε μια περιοχή εκπαίδευσης και ένα στρατόπεδο στη Βέροια, εξήντα χιλιόμετρα δυτικά της Θεσσαλονίκης. Ο Πομπήιος προχώρησε γρήγορα στην συγκρότηση του νέου του στρατού. Είχε ήδη μαζί του τις πέντε λεγεώνες που έφερε από την Ιταλία και σε αυτές προστέθηκαν άλλες τέσσερις, οι βετεράνοι άποικοι στη Μακεδονία και την Κρήτη παρείχαν μία, οι δύο λεγεώνες που αποτελούσαν τη μόνιμη φρουρά της Κιλικίας παρείχαν μία και ο πρόξενος Λέντουλος, κυβερνήτης της Ασίας, στρατολόγησε άλλες δύο. Επιπλέον, ο Μέτελλος Σκιπίων, ο κυβερνήτης της Συρίας, διατάχθηκε να φέρει τις δύο λεγεώνες του στην Ελλάδα, αλλά δυσκολεύτηκε να τις μετακινήσει πέρα από την περιοχή του Άμανου και δεν πήγε πέρα από την Πέργαμο πριν αποφασίσει να βάλει τους άνδρες του σε χειμερινά καταλύματα. Ο Πομπήιος έστειλε επίσης οδηγίες σε όλους τους ηγέτες-υποτελείς της Ανατολής να παράσχουν στρατεύματα, Γαλάτεια, Καππαδοκία, Μικρή Αρμενία, Λυκία, Πισιδία, Παμφυλία, Παφλαγονία, Πόντο, Μεγάλη Αρμενία, Κομμαγηνή και Αίγυπτος έστειλαν όλα τα αγήματα. Το πεζικό κατανεμήθηκε μεταξύ των λεγεώνων. Υπήρχαν επίσης 3.000 τοξότες, 1.200 σφενδονιστές και το καμάρι του στρατού, 7.000 ιππικό.

Ο Πομπήιος συγκέντρωσε επίσης στόλο, ο οποίος εκτιμάται από τον Πλούταρχο σε 500 πολεμικά πλοία με πολλά μεταφορικά και άλλα σκάφη, σε σύνολο περίπου 300 πολεμικών πλοίων. Ήταν υπό την ανώτατη διοίκηση του Μάρκου Βίβουλου και χωρίστηκαν σε πέντε στολίσκους που διοικούσαν: ο Γάιος Πομπήιος (60 πλοία από την Αίγυπτο) ο Λαίλιος και ο Τριάριος (Ασιατικός στόλος) ο Γάιος Κάσσιος Λογγίνος (70 πλοία από τη Συρία) οι Μάρκελλος και Κοπόνιος (20 πλοία από τη Ρόδο) και Μάρκος Οκτάβιος και Σκριβόνιος Λίβων (στόλοι από Αχαΐα και Λιβορνία). Αποστολή του στόλου ήταν να περιπολεί κατά μήκος ολόκληρης της ανατολικής ακτής της Αδριατικής, να αποτρέψει την μεταφορά καλαμποκιού στα Ιταλικά λιμάνια, να διασφαλίσει τη μεταφορά των βασικών ειδών στις δυνάμεις του Πομπήιου και τις βάσεις εφοδιασμού και το πιο σημαντικό, να εμποδίσει τον Καίσαρα να περάσει. Δεκαέξι πλοία στάλθηκαν για να βοηθήσουν τη Μασσαλία, η οποία τελούσε υπό πολιορκία από τις δυνάμεις του Καίσαρα.

Ο Καίσαρας πήγε στη Ρώμη, μετά την οποία ξεκίνησε μια εκπληκτική πορεία 27 ημερών στην Ιβηρία και νίκησε τα στρατεύματα που είχε εκεί ο Πομπήιος. Στη συνέχεια, επέστρεψε στην Ιταλία, διέσχισε την Αδριατική Θάλασσα και αποβιβάστηκε στη σημερινή νότια Αλβανία, παρόλο που ο στόλος του Πομπήιου έλεγχε τη θάλασσα. Από εκεί προχώρησε στο Ωρικό, το οποίο παρέδωσε ο διοικητής της φρουράς. Δύο αξιωματικοί του Πομπήιου, οι οποίοι φύλαγαν εμπορικά πλοία φορτωμένα με σιτάρι για τα στρατεύματα, τα βύθισαν για να μην πέσουν στα χέρια του Καίσαρα. Ο Καίσαρας βάδισε στην Απολλωνία και οι κάτοικοι του παρέδωσαν την πόλη. Ο Στραβέριος, ο διοικητής της φρουράς, εγκατέλειψε την πόλη.

Στη συνέχεια, ο Καίσαρας κατευθύνθηκε προς το Δυρράχιο, όπου ο Πομπήιος είχε οπλοστάσιο. Ο Πομπήιος έσπευσε να το υπερασπιστεί και έφτασε εκεί πρώτος. Οι αντίπαλες δυνάμεις πολέμησαν στη μάχη του Δυρραχίου όπου τα στρατεύματα του Πομπήιου υπερτερούσαν αριθμητικά του εχθρού. Ο Πομπήιος έχτισε οχυρωμένο στρατόπεδο νότια της πόλης και σε απάντηση ο Καίσαρας άρχισε να χτίζει περίμετρο για να το παρενοχλεί. Την ίδια στιγμή, ο Πομπήιος επέκτεινε τις δικές του οχυρώσεις για να αναγκάσει τον Καίσαρα να επεκτείνει το δικό του. Έγιναν έξι προσπάθειες να σπάσει ο κλοιός του Καίσαρα, αλλά αποκρούστηκαν. Τα στρατεύματα του Καίσαρα υπέφεραν από ελλείψεις τροφίμων, ενώ του Πομπήιου προμηθεύονταν από πλοία, καθώς ο καταυλισμός του ήταν κοντά στη θάλασσα. Ωστόσο, ο Πομπήιος κατείχε περιορισμένη έκταση, γεγονός που δημιούργησε ελλείψεις χορτονομής για τα ζώα του. Το νερό ήταν επίσης σπάνιο, επειδή ο Καίσαρας είχε αποκόψει τα τοπικά ρυάκια. Όταν πλησίαζε η ώρα της συγκομιδής, τα στρατεύματα του Καίσαρα θα είχαν άφθονο σιτάρι.

Ο Πομπήιος έπρεπε να σπάσει την πολιορκία. Δύο λιποτάκτες από το στρατόπεδο του Καίσαρα τον ενημέρωσαν για ένα κενό στις οχυρώσεις του Καίσαρα, κοντά στη θάλασσα. Τα στρατεύματα του Πομπήιου επιτέθηκαν, ωστόσο ο Μάρκος Αντώνιος και ο Καίσαρας έφεραν ενισχύσεις και τις απώθησαν. Ο Πομπήιος οχυρώθηκε σε ένα στρατόπεδο κοντά στο σημείο για να κερδίσει έδαφος για χορτονομές. Κατέλαβε επίσης ένα μικρό στρατόπεδο που είχε εγκαταλείψει ο Καίσαρας και πρόσθεσε μια οχύρωση ώστε να ενωθούν τα δύο στρατόπεδα και απέκτησε πρόσβαση σε ένα ρέμα.

Ο Καίσαρας επιτέθηκε σε αυτές τις νέες οχυρώσεις. Ωστόσο, υπολειπόταν σε άνδρες και ο Πομπήιος έστειλε μεγάλη δύναμη ιππικού για να υπερφαλαγγίσει τα στρατεύματα του Καίσαρα, γεγονός που έκανε τον Καίσαρα να αποσυρθεί και να εγκαταλείψει την πολιορκία. Ο Πομπήιος μπορούσε να καταστρέψει τον στρατό του Καίσαρα καταδιώκοντάς τον, αλλά δεν το έκανε. Ο Καίσαρας πίστευε ότι η νίκη ήταν απρόσμενη για τον Πομπήιο, επειδή λίγο νωρίτερα, τα στρατεύματά του έφευγαν από το στρατόπεδο και ο Καίσαρας θεωρούσε ότι ο Πομπήιος υποπτευόταν ενέδρα. Επιπλέον, το ιππικό του Πομπήιου παρεμποδίστηκε από τα στενά περάσματα των οχυρώσεων, πολλά από τα οποία φυλάσσονταν από τα στρατεύματα του Καίσαρα. Ο Πλούταρχος έγραψε ότι ο Καίσαρας είπε στους φίλους του: «Σήμερα, η νίκη θα ήταν με τον εχθρό αν είχαν νικητή ηγέτη».

Ο Καίσαρας πήγε στην Απολλωνία για να αφήσει τους τραυματίες του εκεί, να πληρώσει το στρατό του, να ενθαρρύνει τους συμμάχους του και να εγκαταστήσει φρουρές στις πόλεις. Αφού έδιωξε τις αποσκευές τη νύχτα, κατά τη διάρκεια της ημέρας, αναχώρησε για την Ιλλυρία. Ο Πομπήιος τον κυνήγησε και κατασκήνωσε κοντά, αλλά την επόμενη μέρα, ο Καίσαρας συνέχισε, διώχνοντας τις αποσκευές ξανά τη νύχτα και στη συνέχεια ξέφυγε από τον Πομπήιο. Μετά από τέσσερις μέρες, ο Πομπήιος εγκατέλειψε την άσκοπη καταδίωξη.

Ο Καίσαρας βάδισε γρήγορα. Βιαζόταν να συναντήσει τον Γναίο Δομίτιο Καλβίνο/Gnaeus Domitius Calvinus, για να αποφύγει τον αιφνιδιασμό από την άφιξη του Πομπήιου. Ο Καίσαρας εξέτασε τρείς εκδοχές:

– Να παρασύρει τον Πομπήιο μακριά από την ακτή και από τα στρατόπεδά του στο Δυρράχιο και να τον πολεμήσει επί ίσους όρους.

– Να μεταβεί στην Ιταλία με τον στρατό του και αυτόν του Δομίτιου μέσω της Ιλλυρίας, σε περίπτωση που ο Πομπήιος επιστρέψει στην Ιταλία.

– Να αποκλείσει τον Μέτελλο Σκιπίωνα, έναν από τους υπαρχηγούς του Πομπήιου, για να αναγκάσει τον Πομπήιο να κινηθεί σε βοήθειά του, σε περίπτωση που ο Πομπήιος προσπαθήσει να πολιορκήσει την Απολλωνία και το Ωρικό για να αποκόψει τον Καίσαρα από την ακτή.

Ο Καίσαρας ενημέρωσε τον Δομίτιο για τα σχέδιά του, άφησε φρουρές στην Απολλωνία, τη Λισσό και το Ωρικό και ξεκίνησε πορεία στην Ήπειρο και την Αθαμανία (σημ. Γαρδίκι). Ο Πομπήιος αποφάσισε να σπεύσει στον Μέτελλο Σκιπίωνα για να τον υποστηρίξει ή σε περίπτωση που ο Καίσαρας αποφασίσει να μην φύγει από την ακτή, να επιτεθεί στον Δομίτιο. Και οι δύο άνδρες προχώρησαν γρήγορα με ελαφρύ εξοπλισμό. Ο Πομπήιος βάδιζε προς την Κανδαβία, μια ορεινή περιοχή στην Ιλλυρία.

Ο Δομίτιος και ο Μέτελλος είχαν στρατοπεδεύσει κοντά ο ένας στον άλλο. Ο πρώτος έφυγε για χορτονομή και κινήθηκε προς την Κανδαβία, κινδυνεύοντας να δεχτεί επίθεση από τον Πομπήιο. Ο Καίσαρας δεν το γνώριζε αυτό, ωστόσο, κάποιοι Γαλάτες ανιχνευτές που είχαν αυτομολήσει από τον Καίσαρα στον Πομπήιο εντόπισαν μερικούς από τους Γαλάτες ανιχνευτές του Δομίτιου και τους ενημέρωσαν για την κατάσταση μετά το Δυρράχιο. Ο Δομίτιος, ο οποίος απείχε μόλις τέσσερις ώρες μακριά, απέφυγε τον κίνδυνο και ενώθηκε με τον Καίσαρα, ο οποίος πήγαινε στο Αιγίνιο, μια πόλη λίγο μετά τα σύνορα της Θεσσαλίας. Ο Δομίτιος έφτασε στους Γόμφους, την πρώτη πόλη της Θεσσαλίας, όπου απεσταλμένοι προσέφεραν εφόδια στον Καίσαρα και ζήτησαν φρουρά.

Ωστόσο, ο Πομπήιος είχε διαδώσει φήμες για την ήττα του Καίσαρα και ο κυβερνήτης της Θεσσαλίας στράφηκε στον Πομπήιο. Διέταξε να κλείσουν οι πύλες της πόλης και ζήτησε από τον Πομπήιο να βοηθήσει, επειδή η πόλη δεν μπορούσε να αντέξει μια μακρά πολιορκία. Ωστόσο, παρότι ο Μέτελλος Σκιπίων είχε ήδη φέρει τα στρατεύματά του στη Λάρισα, την πρωτεύουσα της Θεσσαλίας, ο Πομπήιος δεν είχε φτάσει ακόμα. Ο Καίσαρας πολιόρκησε τους Γόμφους για να κερδίσει πόρους και να φοβίσει τις γειτονικές περιοχές, καταλαμβάνοντας την πόλη σε μια μέρα και βαδίζοντας γρήγορα στη Μητρόπολη η οποία έκλεισε επίσης τις πύλες της, αλλά παραδόθηκε όταν έμαθε για την πτώση των Γόμφων. Όλες οι Θεσσαλικές πόλεις που δεν κατείχαν τα στρατεύματα του Μέτελλου παραδόθηκαν στον Καίσαρα.

Μάχη Φαρσάλων The Department of History, United States Military Academy, Public domain, via Wikimedia Commons

Οι δύο αντίπαλοι οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει κοντά ο ένας με τον άλλον πολέμησαν στη μάχη των Φαρσάλων. Με την ένωση των στρατών του Πομπήιου και του Μέτελλου, οι υποστηρικτές του Πομπήιου ήταν σίγουροι για τη νίκη και τον ενθάρρυναν να αντιμετωπίσει ανοιχτά τον Καίσαρα αντί να ακολουθήσει μια στρατηγική φθοράς. Ο Καίσαρας παρέταξε τους άντρες του κοντά στο στρατόπεδο του Πομπήιου για να τον δοκιμάσει και τις επόμενες μέρες, προώθησε τις γραμμές του πιο κοντά στο λόφο που ήταν το στρατόπεδο του Πομπήιου. Πήρε μαζί του ελαφρά οπλισμένους νεαρούς στρατιώτες για να αναμιχτούν με το ιππικό προκειμένου να συνηθίσουν σε αυτού του είδους τις μάχες και να προετοιμαστούν να αντιμετωπίσουν μια δύναμη ιππικού επτά φορές μεγαλύτερη.

Ο Πομπήιος πάντα παρατασσόταν στα κατώτερα επίπεδα του λόφου, σε ανώμαλο έδαφος που ήταν δυσμενές για τον Καίσαρα και δεν εμπλεκόταν στη μάχη. Ο Καίσαρας συνέχιζε να μετακινεί το στρατόπεδό του και ήταν συνεχώς σε κίνηση, ώστε να μπορεί να παίρνει προμήθειες από διάφορα μέρη και να φθείρει τον στρατό του Πομπήιου. Μια μέρα, ο Πομπήιος συνέταξε τους άντρες του πιο μακριά από τον κορμό του στρατοπέδου του. Ο Καίσαρας πίστευε ότι αυτό ήταν μια ευκαιρία να πολεμήσει σε ευνοϊκό έδαφος και προετοιμάστηκε για μάχη. Ο στρατός του Πομπήιου υπερτερούσε αριθμητικά του Καίσαρα, σχεδόν δύο προς ένα. Ο Πομπήιος προσπάθησε να υπερφαλαγγίσει την αριστερή πτέρυγα του Καίσαρα και να πλήξει τον στρατό του. Ωστόσο, ο Καίσαρας τοποθέτησε έξι επίλεκτες κοόρτεις στο πίσω μέρος για να σταματήσει το ιππικό, μια κίνηση που πέτυχε και οι άντρες του Καίσαρα νίκησαν τον εχθρό.

Ο Πομπήιος έφυγε από το πεδίο της μάχης και πήγε στο στρατόπεδό του. Όταν οι άντρες του εισήλθαν στον προμαχώνα, ο Καίσαρας επιτέθηκε στο στρατόπεδο. Οι φρουροί του στρατοπέδου πολέμησαν σκληρά, αλλά οι άνδρες που είχαν διαφύγει από το πεδίο της μάχης χωρίς όπλα προτίμησαν να διαφύγουν από το να πολεμήσουν. Οι άνδρες στον προμαχώνα δεν μπορούσαν να αντέξουν την καταιγίδα των ακόντιων και άφησαν τις θέσεις τους. Ο Πομπήιος έφυγε από το στρατόπεδο και πήγε στη Λάρισα. Από εκεί, έφτασε στην ακτή με μια ίλη ιππικού και επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο σιτηρών.

Ο Καίσαρας καταδίωξε τον Πομπήιο για να τον αποτρέψει να συγκεντρώσει δυνάμεις για να συνεχίσει τον πόλεμο. Ο Πομπήιος σταμάτησε στην Αμφίπολη, όπου συναντήθηκε με φίλους για να συλλέξει χρήματα. Στο όνομά του εκδόθηκε διάταγμα βάσει του οποίου όλοι οι νέοι της επαρχίας της Μακεδονίας Έλληνες ή Ρωμαίοι, έπρεπε να ορκιστούν. Δεν ήταν σαφές εάν ο Πομπήιος ήθελε νέες εισφορές για να πολεμήσει ή αν αυτό ήταν συγκάλυψη μιας προγραμματισμένης απόδρασης.

Όταν άκουσε ότι ο Καίσαρας πλησίαζε, ο Πομπήιος έφυγε και πήγε στη Μυτιλήνη, για να πάρει μαζί του τη σύζυγό του Κορνηλία και τον γιο του. Στη συνέχεια, απέπλευσε και έκανε στάσεις μόνο όταν έπρεπε να πάρει φαγητό ή νερό. Έφτασε στην Αττάλεια στην Παμφυλία, όπου είχαν συγκεντρωθεί πολεμικά πλοία από την Κιλικία. Εκεί, ο Πομπήιος άκουσε ότι ο Κάτων ο Νεότερος ταξίδευε προς την Αφρική. Ο Πομπήιος κατηγόρησε τον εαυτό του ότι δεν χρησιμοποίησε το ανώτερο ναυτικό του και δεν είχε στρατοπεδεύσει σε ένα μέρος όπου μπορούσε να έχει ναυτική υποστήριξη, εφόσον ηττάτο στην ξηρά αντί να μάχεται μακριά από την ακτή. Ζήτησε χρήματα από τις πόλεις της περιοχής για να επανδρώσει τα πλοία του και αναζήτησε προσωρινό καταφύγιο σε περίπτωση που ο εχθρός τον προλάβαινε.

Η φυγή του Πομπήιου μετά τα Φάρσαλα, του Ζαν Φουκέ Jean Fouquet, Public domain, via Wikimedia Commons

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Πομπήιος σκέφτηκε να πάει στην Παρθία, αλλά ενημερώθηκε ότι ο βασιλιάς Αρσάκης, ήταν αναξιόπιστος και ο τόπος ανασφαλής για τη γυναίκα του. Αυτό το τελευταίο σημείο απογοήτευσε τον Πομπήιο. Τον συμβούλεψαν να μεταβεί στην Αίγυπτο, η οποία ήταν μόνο τρεις ημέρες μακριά, και του οποίου ο βασιλιάς Πτολεμαίος ο ΙΓ’ παρότι νεαρός, ήταν υποχρεωμένος από τη φιλία και τη βοήθεια που είχε δώσει ο Πομπήιος στον πατέρα του, Πτολεμαίο ΙΒ’.

Σύμφωνα με τον Καίσαρα, ο Πομπήιος πήγε από τη Μυτιλήνη στην Κιλικία και την Κύπρο. Εκεί έμαθε ότι οι κάτοικοι της Αντιόχειας και οι Ρωμαίοι που κατοικούσαν εκεί είχαν πάρει τα όπλα για να τον εμποδίσουν έλθει. Το ίδιο είχε γίνει και στη Ρόδο κατά του Λεύκιου Κορνήλιου Λέντουλου, ύπατο του προηγούμενου έτους και του Πόπλιου Λέντουλου, πρώην υπάτου, οι οποίοι επίσης διέφευγαν. Έφτασαν στο νησί και αποκλείστηκαν στο λιμάνι, με τους νησιώτες να πληροφορούνται ότι πλησίαζε ο Καίσαρας. Ο Πομπήιος εγκατέλειψε το ενδεχόμενο να μεταβεί στη Συρία. Αφού έλαβε χρήματα από τους φοροεισπράκτορες και δανείστηκε, προσέλαβε στρατιώτες και όπλισε 2.000 άνδρες. Κατόπιν επιβιβάστηκε σε πλοίο έχοντας πολλά χάλκινα νομίσματα.

Ο Πομπήιος απέπλευσε από την Κύπρο με πολεμικά και εμπορικά πλοία. Άκουσε ότι ο Πτολεμαίος ήταν στο Πελούσιο με στρατό και ότι βρισκόταν σε πόλεμο με την αδελφή του Κλεοπάτρα VII, την οποία είχε καθαιρέσει. Τα στρατόπεδα των αντίπαλων δυνάμεων ήταν κοντά. Έτσι, ο Πομπήιος έστειλε αγγελιοφόρο να ανακοινώσει την άφιξή του στον Πτολεμαίο και να ζητήσει τη βοήθειά του.

Ο Ποθεινός ο ευνούχος, ο οποίος ήταν αντιβασιλέας του νεαρού Πτολεμαίου, οργάνωσε συμβούλιο με τον Θεόδοτο της Χίου, τον δάσκαλο του βασιλιά, τον Αχιλλά αρχηγό του στρατού και άλλους. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, κάποιοι συμβούλευσαν να διώξει τον Πομπήιο και άλλοι να τον καλωσορίσουν. Ο Θεόδοτος υποστήριξε ότι καμία από τις δύο επιλογές δεν ήταν ασφαλής, καθότι αν ήταν ευπρόσδεκτος, ο Πομπήιος θα γινόταν κυρίαρχος και ο Καίσαρας εχθρός, ενώ αν απομακρυνόταν, θα κατηγορούσε τους Αιγύπτιους που τον απέρριψαν και τον Καίσαρα που τον ανάγκασε να συνεχίσει την καταδίωξη. Αντ’ αυτού, η δολοφονία του Πομπήιου θα εξάλειφε τον φόβο γι’ αυτόν και θα ικανοποιούσε τον Καίσαρα.

Η δολοφονία του Πομπήιου Unknown authorUnknown author, Public domain, via Wikimedia Commons

Ο Καίσαρας πίστευε ότι αυτό αποφασίστηκε επειδή οι δυνάμεις του Πτολεμαίου περιλάμβαναν πολλούς από τους στρατιώτες του Πομπήιου που είχαν μεταφερθεί στην Αλεξάνδρεια από τη Συρία από τον Αύλο Γαβίνιο για να αποκαταστήσουν τον Πτολεμαίο ΙΓ’ όταν είχε καθαιρεθεί. Αυτοί οι στρατιώτες παρέμειναν στη συνέχεια στην Αίγυπτο ως τμήμα του Πτολεμαϊκού στρατού. Ο Καίσαρας, λοιπόν, υπέθεσε ότι οι σύμβουλοι του βασιλιά είχαν αποφασίσει να δολοφονήσουν τον Πομπήιο σε περίπτωση που προσπαθούσε να χειραγωγήσει το Ρωμαϊκό άγημα των Αιγυπτιακών δυνάμεων, προκειμένου να καταλάβει την εξουσία.

Στις 28 Σεπτεμβρίου, ο Αχιλλάς πήγε στο πλοίο του Πομπήιου με ένα αλιευτικό σκάφος μαζί με τον Λεύκιο Σεπτίμιο, ο οποίος κάποτε ήταν ένας από τους αξιωματικούς του Πομπήιου και έναν τρίτο δολοφόνο, τον Σάβιο. Οι συνεργάτες του Πομπήιου είδαν με καχυποψία την συνάντηση και τον συμβούλευσαν να ξαναβγεί στην ανοιχτή θάλασσα, μακριά από το βεληνεκές των Αιγυπτίων. Ο Αχιλλάς ισχυρίστηκε ότι ο αμμώδης βυθός και τα ρηχά της θάλασσας δεν του επέτρεψαν να πλησιάσει με πλοίο. Ωστόσο, τα βασιλικά πλοία εθεάθησαν να επιβιβάζουν πληρώματα και υπήρχαν στρατιώτες στην ακτή.

Η Κορνηλία παρότι φοβόταν ότι ο Πομπήιος θα σκοτωνόταν, επιβιβάστηκε στο σκάφος. Η έλλειψη φιλικότητας στο σκάφος ώθησε τον Πομπήιο να θυμίσει στον Σεπτίμιο ότι ήταν ένας παλιός σύντροφος, αλλά ο τελευταίος απλά έγνεψε και βύθισε το ξίφος του στον Πομπήιο και μετά ο Αχιλλάς και ο Σάβιος τον μαχαίρωσαν με στιλέτα. Οι άνθρωποι στο σκάφος του Πομπήιου το είδαν και τρομοκρατημένοι, τράπηκαν σε φυγή και επειδή ο άνεμος ήταν ευνοϊκός, οι Αιγύπτιοι δεν τους καταδίωξαν.

Ο Θεόδοτος δείχνει στον Καίσαρα το κεφάλι του Πομπήιου. χαλκογραφία, 1820  Unknown author, Public domain, via Wikimedia Commons

Το κεφάλι του Πομπήιου κόπηκε και το γυμνό σώμα του πετάχτηκε στη θάλασσα. Ο Φίλιππος, ένας από τους απελεύθερους του Πομπήιου που είχε επιβιβαστεί στο σκάφος, το τύλιξε με τον χιτώνα του και άναψε νεκρική πυρά στην ακτή. Ο Πομπήιος πέθανε μια μέρα πριν τα 58α γενέθλιά του.

Όταν ο Καίσαρας έφτασε στην Αίγυπτο λίγες μέρες αργότερα, ήταν συγκλονισμένος αισθανόμενος απέχθεια για τον άνθρωπο που έφερε το κεφάλι του Πομπήιου. Όταν δόθηκε στον Καίσαρα το δαχτυλίδι με τη σφραγίδα του Πομπήιου, έκλαψε. Ο Θεόδοτος έφυγε από την Αίγυπτο για να ξεφύγει από την εκδίκηση του Καίσαρα. Τα λείψανα του Πομπήιου μεταφέρθηκαν στην Κορνηλία, η οποία τα έθαψε στη βίλα του στο Άλβανο.

Στρατηγία

Η στρατιωτική δόξα του Πομπήιου ήταν αξεπέραστη για δύο δεκαετίες, ωστόσο οι ικανότητές του επικρίθηκαν περιστασιακά από συγχρόνους του. Ο Σερτόριος ή ο Λούκουλλος, για παράδειγμα, ήταν ιδιαίτερα επικριτικοί. Οι τακτικές του συνήθως ήταν αποτελεσματικές, άλλα όχι ιδιαίτερα καινοτόμες ή ευφάνταστες και μπορούσε να αποδειχθούν ανεπαρκείς έναντι άλλων τακτικών. Ωστόσο, στα Φάρσαλα συνέβη η μόνη αποφασιστική ήττα του. Μερικές φορές, ήταν απρόθυμος να ρισκάρει μια ανοιχτή μάχη. Αν και δεν ήταν εξαιρετικά χαρισματικός, ο Πομπήιος μπορούσε να επιδείξει τεράστια γενναιότητα και μαχητικές ικανότητες στο πεδίο της μάχης, γεγονός που ενέπνευσε τους άνδρες του. Ενώ ήταν εξαιρετικός διοικητής, είχε τη φήμη ότι έκλεβε τις νίκες άλλων στρατηγών.

Από την άλλη, θεωρείται ένας εξαιρετικός στρατηγός και οργανωτής, ο οποίος θα μπορούσε να κερδίσει εκστρατείες χωρίς να επιδείξει ιδιοφυΐα στο πεδίο της μάχης, απλά ξεγελώντας συνεχώς τους αντιπάλους του και ωθώντας τους σταδιακά σε απελπιστική κατάσταση. Ο Πομπήιος ήταν διορατικός και είχε τεράστιες οργανωτικές ικανότητες, οι οποίες του επέτρεψαν να επινοεί μεγάλες στρατηγικές και να λειτουργεί αποτελεσματικά με μεγάλους στρατούς. Κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του στα ανατολικά, κυνήγησε αδυσώπητα τους εχθρούς του, επιλέγοντας το έδαφος για τις μάχες του.

Πάνω απ’ όλα, ήταν συχνά σε θέση να προσαρμόζεται στους εχθρούς του. Σε πολλές περιπτώσεις, ενήργησε γρήγορα και αποφασιστικά, όπως έκανε κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του στη Σικελία και την Αφρική ή εναντίον των πειρατών. Κατά τη διάρκεια του Σερτωριανού πολέμου, από την άλλη πλευρά, ο Πομπήιος ηττήθηκε αρκετές φορές από τον Σερτώριο. Ως εκ τούτου, αποφάσισε να καταφύγει σε έναν πόλεμο φθοράς, στον οποίο απέφευγε τις ανοικτές μάχες εναντίον του αντιπάλου του, αλλά προσπαθούσε να ανακτήσει σταδιακά το στρατηγικό πλεονέκτημα καταλαμβάνοντας τα φρούρια και τις πόλεις του και νικώντας τους κατώτερους αξιωματικούς του. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο Σερτώριος ανάγκαζε τον Πομπήιο να εγκαταλείψει την πολιορκία, μόνο και μόνο για να τον δει να χτυπά κάπου αλλού. Αυτή η στρατηγική δεν ήταν θεαματική, αλλά απέφερε εδαφικά κέρδη και συνέβαλλε στο να αποθαρρύνει τις δυνάμεις του Σερτώριου. Μέχρι το 72 π.Χ., το έτος της δολοφονίας του, ο Σερτώριος ήταν ήδη σε απελπιστική κατάσταση και τα στρατεύματά του λιποτάκτησαν. Ενάντια στον Περπέρνα, έναν τακτικιστή πολύ κατώτερο από τον Σερτώριο, ο Πομπήιος αποφάσισε να στραφεί σε πιο επιθετική στρατηγική και σημείωσε μια καθοριστική νίκη που ουσιαστικά τερμάτισε τον πόλεμο.

Εναντίον του Καίσαρα, η στρατηγική του ήταν σωστή. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στην Ελλάδα, κατάφερε να ανακτήσει την πρωτοβουλία, να ενώσει τις δυνάμεις του με αυτές του Μέτελλου Σκιπίωνα (κάτι που ο Καίσαρας ήθελε να αποφύγει) και να παγιδεύσει τον εχθρό του. Ως εκ τούτου, η στρατηγική του θέση ήταν πολύ καλύτερη από αυτή του Καίσαρα και θα μπορούσε να λιμοκτονήσει μέχρι θανάτου τον στρατό του αντιπάλου του. Ωστόσο, αναγκάστηκε από τους συμμάχους του να πολεμήσει σε ανοιχτή μάχη και οι συμβατικές τακτικές του δεν ταίριαξαν με εκείνες του Καίσαρα (ο οποίος διοικούσε πιο έμπειρα στρατεύματα).

Ιουλία κόρη του Καίσαρα και 4η σύζυγος του Πομπήιου Published by Guillaume Rouille (1518?-1589), Public domain, via Wikimedia Commons

Γάμοι & απόγονοι

Πρώτη σύζυγος του Πομπήιου ήταν η Αντίστια. Δεύτερη σύζυγος ήταν η Αιμιλία, θετή κόρη του Σύλλα. Τρίτη σύζυγος ήταν η Μούκια Τέρτια, την οποία χώρισε για μοιχεία, σύμφωνα με τις επιστολές του Κικέρωνα. Οι δυο τους απέκτησαν τρία τέκνα:

Τον Γναίο Πομπήιο Μέγα, που εκτελέστηκε το 45 π.Χ., μετά τη μάχη της Μούντα, την Πομπηία Μεγάλη, παντρεμένη με τον Φάουστο Κορνήλιο Σύλλα και τον Σέξτο Πομπήιο, ο οποίος θα επαναστατούσε στη Σικελία εναντίον του Αυγούστου.

Τέταρτη σύζυγός του ήταν η Ιουλία, κόρη του Καίσαρα, που πέθανε γεννώντας ένα παιδί πρόωρα το οποίο έζησε μόνο λίγες μέρες. Το φύλο του παιδιού είναι άγνωστο, επειδή οι πηγές είναι αντιφατικές.

Πέμπτη και τελευταία σύζυγος ήταν η Κορνηλία Μέτελλα, κόρη του Μέτελλου Σκιπίωνα.

Μεταγενέστερες αξιολογήσεις και φήμη

Για τους ιστορικούς της δικής του και μετέπειτα Ρωμαϊκής περιόδου, ο Πομπήιος θεωρείτο μέγας ηγέτης που κατήγαγε εξαιρετικούς θριάμβους, αλλά απώλεσε την εξουσία και τελικά δολοφονήθηκε από προδοσία.

Υπήρξε ήρωας της Δημοκρατίας, ο οποίος κρατούσε τον Ρωμαϊκό κόσμο στην παλάμη του, αλλά νικήθηκε από τον Καίσαρα. Ο Πομπήιος εξιδανικεύτηκε ως τραγικός ήρωας σχεδόν αμέσως μετά τη μάχη των Φαρσάλων και τη δολοφονία του.

Ο Πλούταρχος χαρακτηρίζει τον Πομπήιο ως τον Ρωμαίο Μέγα Αλέξανδρο, αγνό στη καρδιά και τον νου, που καταστράφηκε από τις κυνικές φιλοδοξίες του περίγυρου.

Παρά τον πόλεμο κατά του Καίσαρα, ο Πομπήιος δοξαζόταν ευρέως κατά την αυτοκρατορική περίοδο ως ο κατακτητής της Ανατολής. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι φωτογραφίες του Πομπήιου μεταφέρθηκαν στην νεκρώσιμη πομπή του Αυγούστου. Ως θριαμβευτής, είχε πολλά αγάλματα στη Ρώμη, ένα από τα οποία ήταν στο φόρουμ του Αυγούστου. Αν και η αυτοκρατορική δύναμη δεν τίμησε τον Πομπήιο όσο ο εχθρός του, ο οποίος θεωρούνταν θεός, η φήμη του μεταξύ αρκετών αριστοκρατών και ιστορικών ήταν ίση ή ίσως ανώτερη, με εκείνη του Καίσαρα.


Πηγές – βιβλιογραφία

https://www.unrv.com/roman-republic/pompey-the-great.php

https://en.wikipedia.org/wiki/Pompey

Αππιανός «Εμφύλιοι πόλεμοι» βιβλίο 2.

Αππιανός «Εξωτερικοί πόλεμοι» βιβλίο 12 – Μιθριδατικοί πόλεμοι.

Ιούλιος Καίσαρ «Εμφύλιος πόλεμος: Μαζί με τον Αλεξανδρινό, τον Αφρικανικό και τον Ιβηρικό πόλεμο».

Δίων Κάσσιος «Ρωμαϊκή Ιστορία» τόμος 3, βιβλία 36–40, τόμος 4, βιβλία 41–45, 36–41.

Ιώσηπος Φλάβιος «Ιουδαϊκή αρχαιολογία » τόμος II (βιβλία XI–XX).

Πλούταρχος «Βίοι Παράλληλοι» τόμος V: Αγησίλαος και Πομπήιος, Πελοπίδας και Μάρκελλος.

 

 

Το έργο με τίτλο Πομπήιος ο Μέγας από τον δημιουργό Χείλων διατίθεται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές.