Ρυζεμπορική
Scroll Top

Τα νόστιμα κουκιά

ΡυζεμπορικήΤα ξερά κουκιά ανήκουν στην οικογένεια των οσπρίων και έχουν γλυκιά γεύση που θυμίζει φασόλι. Χρησιμοποιούνται πολύ στη μεσογειακή και μεσανατολική κουζίνα. Τρώγονται μαγειρεμένα γιαχνί, ψητά αλλά και ως φάβα. Είναι όμως αρκετά δύσπεπτα και χρειάζονται αρκετές ώρες μούλιασμα στο νερό.

Καλλιεργούνται κυρίως στην Κρήτη, στην Τρίπολη και στην Εύβοια.

Ιδιότητες

Τα κουκιά είναι πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, όπως φώσφορο, κάλιο, σίδηρο και βιταμίνες του συμπλέγματος Α και Κ. Παράλληλα, περιέχουν μεγάλη ποσότητα φυτικών ινών, που ευνοούν τη λειτουργία του πεπτικού συστήματος και αποτελούν καλή πηγή θειαμίνης, η οποία συμβάλει στην καλή λειτουργία του νευρικού συστήματος. Η κατανάλωσή τους έχει συνδεθεί επίσης με μείωση της χοληστερόλης και της πίεσης, αλλά και με αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και του διαβήτη.

Αυτό όμως που είναι σημαντικό να γνωρίζουν όσοι καταναλώνουν κουκιά, είναι ότι τα κουκιά μπορεί να προκαλέσουν αλλεργική αντίδραση σε οργανισμούς που έχουν έλλειψη του ενζύμου G6PD, γνωστή ως κυάμωση.

Για την ιστορία

Τα κουκιά καλλιεργούνται από τον άνθρωπο από το 6000 π.Χ και είναι ένα από τα αρχαιότερα όσπρια

Στην αρχαία Ελλάδα το κουκί ονομαζόταν κύαμος και υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι σχετίζεται με το ρήμα κυέω =κυοφορώ.

Ο Πυθαγόρας πίστευε ότι στα κουκιά βρίσκονταν οι ψυχές των πεθαμένων και ότι φτιάχνονταν από την ίδια ύλη με τον άνθρωπο, οπότε προέτρεπε να μην καταναλώνονται. Ο Ιπποκράτης προειδοποιούσε ότι τα κουκιά προκαλούν βλάβες στην όραση. Ο Ηρόδοτος αναφέρει στην ιστορία του, ότι οι Αιγύπτιοι ιερείς αποστρέφονταν τα κουκιά και δεν τα καλλιεργούσαν ποτέ στους κήπους τους.

Ο μήνας Οκτώβριος ονομαζόταν Πυανεψιών στην αρχαιότητα, ήταν ο τέταρτος μήνας του αττικού έτους και όφειλε το όνομά του στα κουκιά (τις πυάνους ή κυάμους= κουκιά + έψειν, έψω =ψήνω, βράζω). Κι αυτό γιατί τον μήνα αυτό λάμβαναν χώρα τα ιερά Πυανέψια ή Πυανόψια, γιορτή προς τιμήν του θεού Απόλλωνα.  Στο πλαίσιο των εορτασμών, οι Αθηναίοι έβραζαν κουκιά μαζί με άλλα όσπρια προσφέροντάς τα σε κοινή συνεστίαση ευχόμενοι καλή σπορά.

Ακόμα και η πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας έχει συνδεθεί με τα κουκιά. Στην αρχαία Ελλάδα, την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, την γαλλική επανάσταση, το παλάτι του Μπάκιγχαμ, αλλά και το νέο κόσμο (Μασαχουσέτη), τα κουκιά αποτελούσαν τους κλήρους, δηλαδή τα ψηφοδέλτια. Στην αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη τα ξερά (προς το μαύρο) κουκιά εξέφραζαν διαφωνία και τα χλωρά (λευκά, ανοιχτά πράσινα) συγκατάθεση.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι τα κουκιά ήταν τμήμα της θεατρικής εμπειρίας των αρχαίων Ελλήνων. Στις ολοήμερες θεατρικές παραστάσεις οι αρχαίοι, κατανάλωναν τα κουκιά σαν σνακ, όπως μεταγενέστερα τον πασατέμπο και τα στραγάλια.

Τα κουκιά στη λαϊκή παράδοση

Σε διάφορα μέρη της Κρήτης, την Πρωτοχρονιά τηρείται ένα έθιμο σύμφωνα με το οποίο οι ανύπαντρες κοπέλες μαντεύουν ποιον θα παντρευτούν με τη βοήθεια των κουκιών. Παίρνουν λοιπόν τρία κουκιά,  το ένα ζεματισμένο, το άλλο ολόκληρο και το άλλο ξεφλουδισμένο και με κλειστά μάτια διαλέγουν ένα από τα τρία. Το ολόκληρο κουκί σημαίνει ότι θα παντρευτούν νέο άνδρα, το ζεματισμένο χήρο και το ξεφλουδισμένο φτωχό.

Σε κάποιες λαϊκές δοξασίες τα κουκιά σχετίζονται με την εγκυμοσύνη, λόγω της ιδιότητά τους να “φουσκώνουν” και να αναπτύσσονται πολύ γρήγορα. Η δοξασία αυτή συναντάται και σε πολλά παραμύθια, όπου η κατανάλωση ενός κουκιού βοηθά μια άτεκνη γυναίκα να αποκτήσει παιδί ή ένα κουκί μεταμορφώνεται σε παιδί.

Τα κουκιά συναντώνται και σε πολλά σκωπτικά ανέκδοτα ή αστείες ιστορίες.

Από τις γνωστότερες ιστορίες είναι αυτή με μια φαφούτα γριά που ήθελε να παντρευτεί. Τα παιδιά της ένα βράδυ της έδωσαν μια σακούλα με κουκιά και της είπαν ότι αν καταφέρει μέχρι το πρωί να τα ξεφλουδίσει όλα με τα δόντια της θα την παντρέψουν. Εκείνη τα σάλιωνε όλη νύχτα με τα ούλα της μα κατάφερε να ξεφλουδίσει μόνο τρία.

Άλλο ένα σκωπτικό ανέκδοτο αναφέρεται σε έναν παπά που δεν ήξερε να μετράει και να γράφει. Για να μη μπερδέψει τις μέρες της Σαρακοστής, ζήτησε από έναν εγγράμματο να του βάλει στην τσέπη του ράσου του 40 κουκιά, ώστε να τρώει ένα κάθε μέρα, μέχρι την Ανάσταση. Ξέχασε όμως να το πει στην παπαδιά , κι εκείνη βλέποντας τα κουκιά στη τσέπη του ράσου σκέφτηκε ότι στον παπά αρέσουν πολύ τα κουκιά και κάθε μέρα πρόσθετε και πέντε έξι.

Πέρασαν λοιπόν οι σαράντα μέρες, πέρασε και το καλοκαίρι και ο παπάς βλέποντας να έρχεται ο χειμώνας ανησύχησε. Αποφάσισε τότε να ρωτήσει την παπαδιά, κι έτσι κατάλαβε τι είχε συμβεί.

Στη Μυτιλήνη υπάρχει μια ιστορία για μια μάνα που προκειμένου να παραδειγματίσει την καλομαθημένη και ανεπρόκοπη μοναχοκόρη της, σκορπούσε επίτηδες ένα τσουβάλι με κουκιά στην αυλή του σπιτιού και της ζητούσε να τα μαζέψει μέχρι να συνετιστεί.

Τα κουκιά είναι παρόντα και στην παραδοσιακή μουσική και τους χορούς της χώρας μας. Το ριζίτικο τραγούδι «Τση πείνας», έχει σαν βασικό στοιχείο του τα κουκιά ενώ ο παραδοσιακός χορός «Τα κουκιά», που συναντάται σε πολλές περιοχές, αναπαριστά το φύτεμα, το σκάλισμα, το μάζεμα και το φόρτωμα των κουκιών.

«Τ’ αϊ Λουκά σπείρε τα κουκιά» Ο Οκτώβρης είναι ο μήνας της σποράς, λόγω του καιρού που ευνοεί  αυτή τη δραστηριότητα. Στις 18 του Οκτωβρίου λοιπόν, εορτή του Ευαγγελιστή Λουκά, συνηθίζονταν να σπέρνονται τα κουκιά.

«Τί κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω» Για περιπτώσεις ασυνεννοησίας, όπου άλλα λέει ο ένας κι άλλα απαντάει ο άλλος.

«Κουκιά έφαγες και κουκιά μαρτυράς» Η ρήση δηλώνει ότι ο καθένας ενεργεί ανάλογα με τα βιώματα και το χαρακτήρα του.

«Άρρητα αθέμιτα, κουκιά μαγειρεμένα» Για ασυνάρτητες φλυαρίες.

«Πετάγεται σαν το ωμό κουκί» Για κάποιον που παρεμβαίνει άστοχα ή αναρμόδια σε συζήτηση ή υπόθεση.

«Κουκί ήταν κι έσκασε» Για το παιδί που μοιάζει πολύ σε έναν από τους γονείς του.

«Όποιος στην ξέρα περπατεί και θάλασσα γυρεύει, ο διάβολος οπίσω του κουκιά του μαγειρεύει» Όποιος επιδιώκει σκοτούρες, τον περιμένουν δυσκολίες.

«Κουκιά σου ξεματίζουνε» Όταν κάποιος το πάει φιρί-φιρί για καυγά που φαίνεται πως θ αποβεί εις βάρος του.

«Ο κούκος (κουκί) θέλει σύντροφο, και το ρεβίθι αέρα»  Η παροιμία αναφέρεται στον τρόπο φυτέματος του κουκιού, το ένα δίπλα στο άλλο, σε αντίθεση με το αραιό φύτεμα του ρεβιθιού.

«Ξεκαθαρισμένα τα κουκιά από τα ροβίθια» Λέγεται για καθαρές κουβέντες.

«Τα Μεσαρίτικα κουκιά πως τα’ αγαπώ ψημένα, να είναι και καλόψητα και καλολαδωμένα» Η φράση λέγεται στην Κρήτη και αναφέρεται στη Μεσσαρά, πεδιάδα του νομού Ηρακλείου που κάποτε έβγαζε τα πιο φημισμένα κουκιά.

«Όπου κουκίσεις να μη δικουκίσεις, κι ανε δικουκίσεις να μη ξανακουκίσεις» Να μη σπείρεις για δεύτερη φορά κουκιά στο ίδιο χωράφι, γιατί θα έχεις μικρή απόδοση, κι αν σπείρεις και τρίτη συνεχόμενη φορά δε θα πάρεις καθόλου σοδειά. Η φράση συναντάται στην Κρήτη και αναφέρεται στη σημασία της αμειψισποράς, της εναλλαγής δηλαδή των καλλιεργειών ή ακόμα και της αγρανάπαυσης.