Πέμπτη, 08 Μαρτίου 2018 09:08

Οι Μπολσεβίκοι, το Ισλάμ και οι γυναίκες της Ανατολής

Η Αλεξάντρα Κολοντάι (στο κέντρο) στο Συνέδριο των Λαών της Ανατολής, 1920.

Naima Omar

Οι Μπολσεβίκοι, το Ισλάμ και οι γυναίκες της Ανατολής

Ήδη από την περίοδο της εφηβείας μου είχα σοσιαλιστικές απόψεις, αλλά πίστευα ότι δεν θα μπορούσε κάποιος ή κάποια να είναι σοσιαλιστής ή σοσιαλίστρια και μουσουλμάνος ή μουσουλμάνα, ούτε θα μπορούσε να υποστηρίζει την απελευθέρωση των γυναικών και να φοράει το χιτζάμπ. Αυτή η πεποίθηση είναι κοινή μεταξύ των Μουσουλμάνων, με βάση την υπόθεση ότι για να είσαι σοσιαλιστής ή σοσιαλίστρια πρέπει να είσαι άθεος ή άθεη, όπως και ότι όλοι οι σοσιαλιστές και όλες οι σοσιαλίστριες μισούν τη θρησκεία.

Αυτή η υπόθεση θα μπορούσε να υποστηριχθεί παρατηρώντας και ένα μεγάλο τμήμα της αριστεράς σήμερα σε ολόκληρη την Ευρώπη και πέρα από αυτήν. Πολλοί αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα γύρω από τη θρησκεία, ιδίως το Ισλάμ. Κάποιοι έχουν συμπαραταχθεί με τη δεξιά στην υποστήριξη της απαγόρευσης του χιτζάμπ και του πέπλου, στο όνομα της απελευθέρωσης των γυναικών.

Αλλά υπάρχει μια άλλη παράδοση στην αριστερά, που έχει τις ρίζες της στα γραπτά του Καρλ Μαρξ για τη θρησκεία και η οποία αντλεί διδάγματα από την τακτική των Μπολσεβίκων για τους Μουσουλμάνους και τις Μουσουλμάνες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1917.

Ο Μαρξ κατανόησε τον αντιφατικό χαρακτήρα της θρησκείας. Όπως έγραψε στο έργο του Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου: «Ο θρησκευτικός πόνος είναι, κατά ένα μέρος, η έκφραση του πραγματικού πόνου και, κατά ένα άλλο, η διαμαρτυρία ενάντια στον πραγματικό πόνο. Η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, η θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, είναι το πνεύμα ενός κόσμου απ' όπου το πνεύμα έχει λείψει. Η θρησκεία είναι το όπιο τού λαού.»1

Η αντίσταση θα μπορούσε να προκύψει και να εκφράζεται μέσω της θρησκείας, ακόμα κι αν η ίδια η θρησκεία δημιουργείται από την καταπίεση και την αλλοτρίωση. Αυτό το κατάλαβαν και οι Μπολσεβίκοι το 1917. Παρόλο που το Μπολσεβίκικο Κόμμα ήταν άθρησκο, ο αθεϊσμός δεν αποτέλεσε ποτέ προϋπόθεση ένταξης στο κόμμα - η θρησκεία αντιμετωπίστηκε ως ιδιωτική υπόθεση.

Ο ηγέτης των μπολσεβίκων Λένιν ήταν ιδιαίτερα σαφής σχετικά με τη θρησκεία. Χαρακτήρισε όσους βρίσκονταν στα αριστερά και οι οποίοι -όπως και οι μαχητικοί άθεοι σήμερα- επιχειρούσαν να προσβάλλουν τους ανθρώπους με θρησκευτικές πεποιθήσεις, ως «υλιστές του νηπιαγωγείου». Ενθάρρυνε την στρατολόγηση ανθρώπων που ήταν πιστοί, αποκαλώντας τους «ακατέργαστους επαναστάτες νεοσύλλεκτους που χτυπούν την πόρτα μας» και ήταν κρίσιμοι για την ανάπτυξη του κόμματος και την επανάσταση.

Την εποχή της επανάστασης, η ρωσική αυτοκρατορία περιλάμβανε 16 εκατομμύρια Μουσουλμάνους - περίπου το 10 τοις εκατό του πληθυσμού. Οι μουσουλμανικοί λαοί των ανατολικών τμημάτων της αυτοκρατορίας ριζοσπαστικοποιήθηκαν από την κρίση του καθεστώτος του Τσάρου, κάτω απ’ το οποίο υπέφεραν χρόνια βάναυσης καταπίεσης. Στο επίκεντρο των διεκδικήσεών τους ήταν η θρησκευτική ελευθερία και τα εθνικά δικαιώματα.

Προτεραιότητα

Η χορήγηση τέτοιων δικαιωμάτων αποτέλεσε προτεραιότητα για τον Λένιν και τους Μπολσεβίκους αμέσως μόλις πραγματοποιήθηκε η Επανάσταση του Οκτώβρη του 1917.

Η Παρασκευή, η πιο ιερή ημέρα της εβδομάδας για τους Μουσουλμάνους, κηρύχθηκε επίσημα ημέρα ανάπαυσης σε όλη την Κεντρική Ασία. Τα ιερά ισλαμικά μνημεία, τα βιβλία και τα αντικείμενα που είχαν κλαπεί από τους Τσάρους επιστράφηκαν στα τζαμιά. Το 1921 δημιουργήθηκε ένα παράλληλο ισλαμικό δικαστήριο σύμφωνα με το νόμο της σαρία, παρέχοντας στους ανθρώπους την επιλογή μεταξύ θρησκευτικής και επαναστατικής δικαιοσύνης. Οι καταδίκες όπως ο λιθοβολισμός και η αποκοπή των χεριών απαγορεύτηκαν.

Μέχρι το 1922 εισήχθη ένα παράλληλο σύστημα ισλαμικής εκπαίδευσης, με δικαιώματα επιστροφής ορισμένων ισλαμικών περιουσιών για να χρησιμοποιηθούν για την εκπαίδευση. Από αυτές, ιδρύθηκαν εκατοντάδες μαντράσσας (ισλαμικές σχολεία).

Αυτά τα δικαιώματα δεν παραχωρήθηκαν απλώς από τα πάνω. Αγωνίστηκαν γ’ αυτά και κερδήθηκαν από μουσουλμάνους μαζί με άλλους μπολσεβίκους στο πλαίσιο της επανάστασης.

Οι προσπάθειες των μπολσεβίκων είχαν σαν αποτέλεσμα, η πλειοψηφία των μουσουλμάνων ηγετών να κερδηθεί στην υποστήριξη του νέου σοβιετικού καθεστώτος και ο μουσουλμανικός πληθυσμός ήταν αποφασισμένος να αγωνιστεί και να πεθάνει γι' αυτό στον εμφύλιο πόλεμο. Στις αρχές του 1919, περίπου 250.000 μουσουλμάνοι υπηρετούσαν στον Κόκκινο Στρατό υπό τις διαταγές μουσουλμάνων αξιωματικών, με δεκάδες χιλιάδες ως μέλη του «ιππικού της Σαρία». Ο Κόκκινος Στρατός διασφάλισε ότι οι αυτόχθονες λαοί των πρώην τσαρικών αποικιών αυτοκυβερνούνταν στις νέες αυτόνομες δημοκρατίες.

Τον Σεπτέμβριο του 1920 πραγματοποιήθηκε μια σημαντική συνάντηση στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν: το πρώτο συνέδριο των λαών της Ανατολής. Ένας νεαρός μουσουλμάνος του Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος υπηρετούσε ως φρουρός κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, θυμόταν αργότερα ότι άφηνε το όπλο του στην άκρη για να κάνει προσευχή και στη συνέχεια επέστρεφε «για να υπερασπιστεί το συνέδριο και την επανάσταση».

Το συνέδριο ήταν μια καμπή στον αγώνα εναντίον της αποικιακής κυριαρχίας στην Ασία - όχι μόνο ενάντια στο παλιό τσαρικό καθεστώς αλλά και εναντίον του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Συμμετείχαν εκπρόσωποι από την Ανατολή και την Ιαπωνία, μεταξύ των οποίων υπήρχαν αντιπρόσωποι που βρέθηκαν αντιμέτωποι με την απειλή θανάτου στο ταξίδι τους και πολλοί αντιπρόσωποι δολοφονήθηκαν στο δρόμο. Η βρετανική κυβέρνηση έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να εμποδίσει το ταξίδι των αντιπροσώπων στο Μπακού, με επιθέσεις στα ατμόπλοια και περιπολίες στην τουρκική Μαύρη Θάλασσα. Αυτό αποτελούσε επιβεβαίωση της απειλής που αντιπροσώπευε το συνέδριο για τον δυτικό ιμπεριαλισμό, ιδιαίτερα για τον βρετανικό.

Στον πυρήνα του συνεδρίου βρισκόταν η έκκληση για έναν «ιερό πόλεμο» ενάντια στον δυτικό ιμπεριαλισμό. Αυτό σήμαινε «την απελευθέρωση όλης της ανθρωπότητας από τον ζυγό της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής δουλείας, για τον τερματισμό όλων των μορφών καταπίεσης ενός λαού από έναν άλλο και όλων των μορφών εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο».

Ωστόσο, οι συνέπειες του εμφυλίου πολέμου για την υπεράσπιση της επανάστασης ήταν σοβαρές. Μέχρι το 1922 το νέο σοβιετικό καθεστώς αγωνιζόταν να καλύψει τις πιο βασικές ανάγκες του λαού. Αυτό αναπόφευκτα σήμαινε ότι τα Σοβιέτ δυσκολεύονταν να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την εξασφάλιση της θρησκευτικής ελευθερίας και των εθνικών δικαιωμάτων στον μουσουλμανικό πληθυσμό με πρακτικούς όρους. Η χρηματοδότηση για την Κεντρική Ασία έπρεπε να μειωθεί με το κλείσιμο των κρατικών σχολείων, πράγμα που σημαίνει ότι τα μαντράσσας έπρεπε να χρηματοδοτούνται από την τοπική κοινότητα. Δύο χρόνια αργότερα, το 1924, αφαιρέθηκε ολόκληρη η κεντρική χρηματοδότηση προς τα δικαστήρια της Σαρία.

Ανάγκαιότητα

Αλλά αυτές οι περικοπές ήταν αποτέλεσμα της ανάγκης, και όχι κάποια αλλαγή πολιτικής. Αντίθετα, η ανάπτυξη του σταλινισμού από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 σήμαινε έναν ολόπλευρο πόλεμο εναντίον της θρησκείας και ιδιαίτερα του Ισλάμ. Ο Λένιν και ο Τρότσκι είχαν καταλάβει ότι η θρησκευτική ελευθερία ήταν ένα μέσο για την αποκατάσταση των εγκλημάτων του τσαρισμού, ενώ ταυτόχρονα αποκάλυπτε τους ταξικούς διαχωρισμούς μέσα στη μουσουλμανική κοινότητα. Ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την ενότητα της εργατικής τάξης. Ο Στάλιν, από την άλλη πλευρά, δεν έκανε κανένα διαχωρισμό μεταξύ του καταπιεστή και των καταπιεσμένων της ίδιας πίστης.

Οι Μουσουλμάνες γυναίκες κατά τη διάρκεια και μετά τη ρωσική επανάσταση είχαν σημειώσει σημαντικά βήματα όσον αφορά τόσο την απελευθέρωση των γυναικών όσο και τη θρησκευτική ελευθερία. Το πρώτο Κογκρέσο Μουσουλμάνων Γυναικών της Ρωσίας στο Καζάν στις 23 Απριλίου 1917 είχε 59 γυναίκες αντιπροσώπους που είχαν εκλεγεί από τις τοπικές τους οργανώσεις και ένα ακροατήριο 300 γυναικών. Έβγαλε ψηφίσματα που απαιτούσαν ίσα πολιτικά δικαιώματα για γυναίκες και άνδρες, το δικαίωμα διαζυγίου και την κατάργηση του γάμου των παιδιών, μεταξύ άλλων αιτημάτων.

Τα δέκα ψηφίσματα που βγήκαν στο Συνέδριο Μουσουλμάνων Γυναικών συζητήθηκαν στο Παν-Ρωσικό Συνέδριο των Μουσουλμάνων τον Μάιο του 1917, στο οποίο διεξήχθησαν συζητήσεις για τα δικαιώματα των γυναικών για μια ολόκληρη μέρα. Το κέντρο των συζητήσεων ήταν το ζήτημα της πολυγαμίαςς (άνδρες με περισσότερες από μία συζύγους). Ορισμένοι αντιπρόσωποι είχαν κρατήσει ρεφορμιστική θέση, ενώ το Συνέδριο Μουσουλμάνων Γυναικών είχε πάρει την ιστορική απόφαση να ζητήσει την απαγόρευση.

Οι συζητήσεις στο Παν-Ρωσικό Συνέδριο των Μουσουλμάνων τόνισαν την επίδραση που είχε η Ρωσική Επανάσταση στις γυναίκες - κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την πολυγαμία, ο αντιπρόσωπος Ισμαήλ Ιμανόφ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες θα πρέπει να έχουν τα δικαιώματα που θέλουν, επειδή θα τα κατακτήσουν ούτως ή άλλως. Οι Μουσουλμάνοι και οι Μουσουλμάνες είχαν αποκτήσει τώρα μια πιο δυνατή φωνή απ' ότι είχαν κάτω από την κυριαρχία των Τσάρων.

Είναι ενδιαφέρον, με αυτή τη νέα φωνή, το ζήτημα του χιτζάμπ ή του πέπλου δεν είχε αναβαθμιστεί καθόλου. Το πρώτο Κογκρέσο των Λαών της Ανατολής ήταν το πρώτο στον κόσμο που απελευθέρωσε τις γυναίκες από τους περιορισμούς που χαρακτήριζαν τις ισλαμικές κοινωνίες εκείνης της εποχής. Ωστόσο, οι γυναίκες αντιπρόσωποι στη διάσκεψη δήλωσαν: «Το ζήτημα του Τσαντόρ [ένα είδος μακριάς μαντίλας], μπορούμε να πούμε, αποτελεί τελευταία προτεραιότητα.»

Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η Zhenotdel (η μπολσεβίκικη οργάνωση των γυναικείων δικαιωμάτων) με επικεφαλής τον Ινέσσα Άρμαντ και αργότερα την Αλεξάντρα Κολοντάι, οργάνωσε εθελόντριες, συχνά με πέπλο, για να ταξιδέψουν στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς στην ανατολή και να δουλέψουν με γυναίκες που φορούσαν επίσης πέπλο. Οργάνωσαν προγράμματα εκπαίδευσης και μίλησαν με τις γυναίκες για τις ανησυχίες τους. Μερικές από αυτές πλήρωσαν με τη ζωή τους την καταπολέμηση του σεξισμού σε απομονωμένες ισλαμικές κοινότητες.

Συγκάλυψη

Η επίθεση του Στάλιν στο Ισλάμ συγκαλύφθηκε κάτω από το έμβλημα της απελευθέρωσης των γυναικών. Αυτή ερχόταν σε άμεση αντίθεση με το έργο των μπολσεβίκων κατά τις πρώτες ημέρες της επανάστασης. Ο Στάλιν ξεκίνησε μια εκστρατεία που ονομάστηκε Χουτζούμ κατά την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, στις 8 Μαρτίου του 1927. Χουτζούμ σημαίνει καταιγίδα ή επίθεση. Η εκστρατεία ανάγκαζε τις Μουσουλμάνες να αφαιρούν τα πέπλα τους δημοσίως.

Η επίθεση του Στάλιν δεν απελευθέρωσε τις Μουσουλμάνες γυναίκες αλλά έκανε το αντίθετο. Αυτό σήμαινε ότι χιλιάδες παιδιά Μουσουλμάνων και κυρίως τα κορίτσια έφυγαν από τα σοβιετικά σχολεία και αποχώρησαν από την Ένωση Νέων Κομμουνιστών. Τα κορίτσια που αναγκάστηκαν να συνάψουν έναν κανονικό ή πολυγαμικό γάμο δεν είχαν κανένα μέσο να αρνηθούν μην έχοντας δουλειά ή άλλες ευκαιρίες.

Ο Στάλιν δεν απελευθέρωσε τις γυναίκες· τις έσπρωξε πίσω στο σπίτι. Αυτό ταίριαζε με την γενικότερη αναβίωση της παραδοσιακής οικογένειας σε ολόκληρη τη Ρωσία, όπου όλες οι γυναίκες για άλλη μια φορά παροτρύνονταν να δώσουν προτεραιότητα στη μητρότητα. Ήρθε σε ρήξη με την μπολσεβίκικη παράδοση και αποκήρυξε σημαντικές κατακτήσεις της επανάστασης.

Σήμερα, οι επιθέσεις εναντίον των Μουσουλμάνων, ιδίως εναντίον των Μουσουλμάνων γυναικών, εξακολουθούν να παρουσιάζονται κάτω από το λάβαρο της απελευθέρωσης των γυναικών, είτε πρόκειται για τους κρατικούς επιθεωρητές στα δημοτικά σχολεία που ρωτάνε τα κορίτσια των Μουσουλμάνων γιατί φορούν μαντίλα είτε για τους ένοπλους αστυνομικούς στη Γαλλία που αναγκάζουν μια Μουσουλμάνα να γδυθεί στην παραλία.

Δυστυχώς, κάποιοι στην αριστερά υποστηρίζουν αυτές τις επιθέσεις. Ένας σημαντικός φεμινιστικός συνασπισμός στη Γαλλία, το CNDF, προσπάθησε να εμποδίσει τις Μουσουλμάνες που φορούσαν χιτζάμπ να συμμετάσχουν σε διαδηλώσεις της Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας, συμμαχώντας με το γαλλικό ιμπεριαλιστικό κράτος εναντίον των πιο καταπιεσμένων γυναικών.

Οι σοσιαλιστές και οι σοσιαλίστριες πρέπει να στέκονται αποφασιστικά στο πλευρό των καταπιεσμένων όταν δέχονται επίθεση και αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους. Πρέπει να επιμένουμε πάντα στην πολιτική μας και στην κατανόηση της διπλής μορφής της ταξικής καταπίεσης και ότι αυτό είναι το κλειδί για την αμφισβήτησή της.

Αυτή είναι η παράδοση των μπολσεβίκων. Ο Τρότσκυ είπε ότι για να αλλάξουμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε, θα πρέπει να τον δούμε μέσα από τα μάτια των γυναικών και έτσι μέσα από τα μάτια των Μουσουλμάνων γυναικών θα αλλάξουμε τον κόσμο στον οποίο ζούμε.

Μετάφραση: e la libertà

Naima Omar, «The Bolsheviks, Islam and the women of the east», Socialist Review, τεύχος 433, Μάρτιος 2018.

Διαβάστε επίσης:

Dave Crouch: «Μπολσεβίκοι και Ισλάμ» 

Σημειώσεις

1 [Σ.τ.Μ:] Karl Marx, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, Παπαζήσης, Αθήνα 1978, σελ. 17, όπου ο όρος «religiöse Elend» του γερμανικού πρωτοτύπου αποδίδεται ως «θρησκευτική καχεξία».

Τελευταία τροποποίηση στις Πέμπτη, 08 Μαρτίου 2018 09:16

Προσθήκη σχολίου

Το e la libertà.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά σχόλια με υβριστικό, ρατσιστικό, σεξιστικό φασιστικό περιεχόμενο ή σχόλια μη σχετικά με το κείμενο.