ΠΟΛΩΝΟΙ ΦΤΕΡΩΤΟΙ ΟΥΣΑΡΟΙ… Οι λευκοί “αετοί” προάγγελοι του θανάτου (vid.)

Οι Πολωνοί φτερωτοί ουσάροι έλκουν την «καταγωγή» τους από τους Σέρβους και Ούγγρους ουσάρους του ύστερου μεσαίωνα. Αντίθετα όμως με αυτούς οι Πολωνοί ουσάροι ήταν βαρέοι ιππείς κρούσης. Η παλαιότερη αναφορά στους φτερωτούς ουσάρους είναι του 1500. Ωστόσο πιστεύεται πως μονάδες τους είχαν συγκροτηθεί παλαιότερα.

Επισήμως οι πρώτες μονάδες ουσάρων δημιουργήθηκε το 1503 με απόφαση του πολωνικού κοινοβουλίου. Οι εν λόγω μονάδες συγκροτούνταν από Ούγγρους μισθοφόρους. Σύντομα όμως δημιουργήθηκαν αμιγώς πολωνικές μονάδες.  Οι πηγές αναφέρουν τη δράση τους στην νικηφόρα μάχη της Όρσα, το 1514, κατά των Ρώσων και στην επίσης νικηφόρα μάχη του Ομπέτριν κατά των Μολδαβών.

Στις μονάδες των ουσάρων κατατάσσονταν ευγενείς και οι ακόλουθοί τους. Η οργάνωση ήταν ανά «συντροφιές»)που συγκροτούσε ένας ευγενής με τους ακολούθους του, κάτι ανάλογο με τις «λόγχες» των μεσαιωνικών ιπποτών. Ένας αριθμός ουλαμών συγκροτούσε μια ίλη.

Η «συντροφιά» των ουσάρων μπορούσε να διαθέτει από δύο έως πέντε μάχιμους άνδρες, τους ιπποκόμους τους, πεταλωτές και άλλους τεχνίτες. Η «συντροφιά» ονομαζόταν και «κοπία» από το όνομα της μακριάς λόγχης που αποτελούσε το βασικό τους όπλο. Η ίλη, γνωστή ως «σημαία», διότι είχε δική της σημαία, (κατά το βάνδο των Βυζαντινών) αποτελείτο από 30 – 60 «κοπία» αριθμώντας από 60 – 300 μάχιμους. Μια από τις «κοπία» ήταν η προσωπική υπομονάδα του ιλάρχου και συνήθως ήταν αριθμητικά μεγαλύτερη.

Οι ουσάροι ήταν ιππικό κρούσης. Οπλισμένοι με μακρά λόγχη μήκους 5 μ., μακριά ίσια και κοντύτερη κυρτή σπάθη, πολεμική σφύρα, ή κεφαλοθραύστη,  πιστόλες και ενίοτε κοντόκαννη εμπροσθογεμή καραμπίνα, εφορμούσαν κατά των αντιπάλων, όπως οι ιππότες του μεσαίωνα, με σκοπό να τον σαρώσουν κυριολεκτικά από το πεδίο της μάχης.

Τα άλογά τους ήταν δυνατά και γρήγορα, ειδικής εκτροφής, και μπορούσαν να επιτεθούν άμεσα ακόμα και μετά από πορεία πολλών χιλιομέτρων μεταφέροντας τον βαριά θωρακισμένο και οπλισμένο αναβάτη τους. Η πώληση αλόγου ουσάρου τιμωρούνταν με ποινή θανάτου.

Όταν ο Στεπάν Μπατόρι αναδείχθηκε βασιλιάς Πολωνίας και Λιθουανίας, το 1576,  ενέταξε τους ουσάρους στη βασιλική του φρουρά. Οι ουσάροι απέκτησαν επίσης τα διάσημα «φτερά» τους. Έκαστος τοποθετούσε στο πίσω μέρος του θώρακά του ένα απλό ή διπλό ξύλινο πλαίσιο επί του οποίου τοποθετούσε φτερά αετών, κύκνων, ακόμα και στρουθοκαμήλων.

Κατά την επίθεση τα ξύλινα πλαίσια κτυπούσαν πάνω στους θώρακες προκαλώντας έναν δυνατό θόρυβο. Για τους εχθρούς αυτός ήταν, τις περισσότερες φορές, ο προάγγελος του θανάτου.

Ο κάθε ευγενής πλήρωνε με δικά του έξοδα για τον δικό του εξοπλισμό και αυτό των ακολούθων του. Μόνο η λόγχη, συμβολικά, προσφέρονταν από το βασιλικό ταμείο. Η λόγχη αυτή είχε μήκος, κατά μέσο όρο τα 5 μ. Υπήρξαν όμως και υποδείγματα μήκους άνω των 6 μ. Κατασκευάζονταν από ξύλο ελάτης κα διέθετε χειροφυλακτήρα. Αργότερα υιοθετήθηκαν βραχύτερες λόγχες μήκους 3 -3,5 μ. Η μακριά ίσια σπάθη των ουσάρων είχε μήκος περί το 1,5 μ.

Η θωράκιση αποτελείτο από σιδηρά ελάσματα θυμίζοντας τη lorica segmentata των Ρωμαίων. Χρησιμοποιούνταν όμως και δυτικού τύπου θωρακίσεις. Τα κράνη ήταν τύπου lobsrter με καταυχένιο και προστατευτικό του προσώπου απάρτιο. Το βάρος της θωράκισης έφτανε τα 15 με 20 κιλά. Τον 15ο και στις αρχές του 16ου αιώνα οι ουσάροι έφεραν αλυσιδωτούς θώρακες.

Οι ουσάροι έγραψαν τις δικές τους χρυσές σελίδες δόξας στα πεδία των μαχών έναντι όλων των αντιπάλων του πολωνικού στέμματος, συντρίβοντας Γερμανούς, Σουηδούς, Ρώσους, Κοζάκους, Ουκρανούς και φυσικά τους Τούρκους. Η συμβολή τους στην σωτηρία της Βιέννης, το 1683, ήταν παραπάνω από καταλυτική.